Η γειτονιά ως σχέση
Η γειτονιά ως σχέση
Αυτή η πόλη δεν περπατιέται (αλλά ελέγχεται...)
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Το πρώτο μέρος εδώ.
Σημειώσεις
1. Βλ. ενδεικτικά Αλεξάνδρα Κασσίμη, «Οι πύλες εισόδου-εξόδου έκλεισαν, τα έσοδα αυξήθηκαν», Καθημερινή, 22.8.2018.
2. Γι’ αυτόν το λόγο άλλωστε, υπάρχουν και στην Ελλάδα δεκάδες ιδιωτικές εταιρείες συλλογής και διαχείρισης big data. Ενδεικτικά: Data Center & Virtualization, Next Generation Computing Solutions & Server Specialist, EMC, Global Technology Services, Oracle, Intracom, Intrasoft. Οι δύο τελευταίες συγκροτήσανε την εταιρεία ειδικού σκοπού Advanced Transport Telematics και έχουν αναλάβει το πρόγραμμα τηλεματικής του ΟΑΣΑ.
3. «Για τις δε ανώνυμες Ath.ena Card η ύπαρξή τους έμεινε σχεδόν μυστική, χωρίς να υπάρξει κάποια ιδιαίτερη προώθηση. Αν και η έκδοσή τους χωρίς κόμιστρο (ή ακόμα και το να μοιραστούν στους επιβάτες) ήταν δυνατή, αυτό έγινε μόλις αυτόν το μήνα. Στην προσπάθεια του ο ΟΑΣΑ να προωθήσει με το ζόρι τις προσωποποιημένες κάρτες, η έκδοση των οποίων συνοδεύτηκε με ταλαιπωρία για πολλούς επιβάτες, οι ανώνυμες Ath.ena Card αγνοήθηκαν εντελώς», Αλέξανδρος Λιάρος, «Ηλεκτρονικό εισιτήριο: γιατί χάθηκε το στοίχημα της επαναφόρτισης», 30.3.2018, διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο: www.athenstransport.com/2018/03/ilektroniko-eisitirio-epanafortisi.
4. Αλεξάνδρα Κασσίμη, «Αυξάνονται τα έσοδα του ΟΑΣΑ», Καθημερινή, 28.9.2018.
5. Τα χρήματα για τις κοινωνική πολιτική λογαριάζονται ξανά και ξανά. Για τα σώματα ασφαλείας τα πράγματα είναι πιο απλά. Δωρεάν μετακίνηση με όλα τα μέσα μεταφοράς. Και μάλιστα αναδρομικά, προτού υπογραφεί τον περασμένο Δεκέμβρη η συμφωνία μεταξύ υπουργείου και ΣΤΑ.ΣΥ. Η ιδεολογία της τάξης και της ασφάλειας επιδέχεται «διευθετήσεις» στον τόπο τούτο.
6. Τον Οκτώβριο του 2018 καταργήθηκε η διάταξη που προέβλεπε την άσκηση διώξεων και την κράτηση με την κατηγορία της επαιτείας. Η τροπολογία που τέθηκε προς ψηφοφορία έλεγε σε ένα σημείο της ότι «το αδίκημα της επαιτείας ανήκει στην κατηγορία των ψευδοαδικημάτων, καθώς κανένα έργο αγαθό δεν προσβάλλεται από την πράξη αυτή». Ο εισηγητής της τροπολογίας Παρασκευόπουλος σε συνέντευξή του τότε, σε ραδιοφωνικό σταθμό, έλεγε ότι «το φιλελεύθερο ποινικό δίκαιο λέει: δεν μπορούμε να τιμωρούμε ό,τι δεν μας αρέσει, ό,τι μας ενοχλεί, να βάζομε ανθρώπους στη φυλακή κατά βούληση στην ουσία, επειδή δεν μας αρέσει η στάση τους». Ας μην γελιόμαστε. Το περιβάλλον των μέσω σταθερής τροχιάς πρέπει να γίνει αυστηρά ελεγχόμενο και αυτό δεν θα γίνει με νομικούς αλλά (και) με αισθητικοποιημένους όρους.
7. Αλεξάνδρα Κασσίμη, «Συνδικαλιστές της ΣΤΑΣΥ σήκωσαν τις μπάρες στον Άγιο Αντώνιο», Καθημερινή, 20.11.2017.
8. Παραδείγματα διαχείρισης της αστεγίας που μας έρχονται από το εξωτερικό, μας προβληματίζουν ακόμα περισσότερο. Στο Βερολίνο η κρατική σιδηροδρομική εταιρεία Deutsche Bahn εφαρμόζει πιλοτικά σε έναν σταθμό ένα σύστημα όπου ακούγεται από τα μεγάφωνα ατονική μουσική σε διάφορες εντάσεις. Αυτή η μουσική προκαλεί αύξηση της αρτηριακής πίεσης και αισθήματα άγχους και ανησυχίας με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει ανεκτή απ' όσους παραμένουν για πολύ ώρα στον σταθμό, διαθέσιμο στο: www.dezeen.com/2018/08/21/hermannstrasse-station-berlin-music-reduce-crime.
9. Ένα πολύ περιγραφικό κείμενο για τη γραμμή 714 και τη σημασία της μπορείτε να διαβάσετε στο site της «Πρωτοβουλίας αγώνα για τη γη και την ελευθερία», διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο: http://squathost.com/strefis/?p=1437.
Επίσης ενδιαφέρουσα είναι και η ιστορία της κατάργησης της τουριστικής γραμμής 400 του ΟΑΣΑ τον Μάη του 2010, λόγω χαμηλής επιβατικής κίνησης, την ίδια στιγμή που είχε αρχίσει να δραστηριοποιείται στην αγορά η πρώτη ιδιωτική εταιρεία με τα γνωστά διώροφα –ανοιχτού τύπου λεωφορεία– περιήγησης, τα οποία συναντάμε μέχρι σήμερα. Διαβάστε σχετικά και το: «Η ιστορία της λεωφορειακής γραμμής 400 από την ίδρυσή της και τα διώροφα που "σαπίζουν..."», διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο: citybus-drivers.blogspot.com/2018/01/400.html.
10. Πρόκειται για την εταιρεία My Services Security and Facility S.A, η οποία σε κάποιες συμβάσεις εμφανίζεται με αυτή την επωνυμία και σε κάποιες άλλες ως JCB Security and Facility S.A..
11. Συνοπτικοί διαγωνισμοί με απευθείας και επαναλαμβανόμες αναθέσεις σε συγκεκριμένες εταιρείες security έχουν καταγραφεί πέρα από τη φύλαξη των σταθμών και στη φύλαξη των γραφείων της διοίκησης της ΣΤΑ.ΣΥ και του κέντρου διαλογής.
Όλγα Κλώντζα, «Σπατάλες στην ΣΤΑΣΥ αποκαλύπτει επίσημη έκθεση», Το Βήμα, 22.5.2018, διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο: www.tovima.gr/2018/05/22/society/spatales-stin-stasy-apokalyptei-episimi-ekthesi.
12. «Σκάνδαλο εκατομμυρίων ευρώ στις αστικές συγκοινωνίες με εταιρείες security εν μέσω βανδαλισμών», διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο:
pronews.gr, 31.5.2017.
13. Κώστας Ντελέζος, «ΟΑΣΑ. Βιομηχανία απευθείας αναθέσεων σε εταιρείες σεκιούριτι», Τα Νέα, 28.3.2017.
14. Βασίλης Λαμπρόπουλος, «ΕΛ.ΑΣ.: άφηναν ελεύθερους τους πορτοφολάδες γιατί ήθελαν να αποφύγουν τη γραφειοκρατία» Το Βήμα, 20.9.2017.
15. Για την μπίζνα του κυκλώματος, μέσα από τη δυναμική των απόλυτων αριθμών, διαβάστε:
Χαρά Τζαναβάρα, «ΣΤΑΣΥ: καταγραφή πωλήσεων εισιτηρίων σε... τεφτέρια», Εφημερίδα των Συντακτών, 31.5.2017.
16. Αλεξάνδρα Κασσίμη, Γιάννης Σουλιώτης, «Αποκαλυπτικό πόρισμα για απάτη με εισιτήρια», Καθημερινή, 17.4.2016.
17. Βέρα Σιατερλή, «Ο δίκαιος αγώνας των καθαριστριών εργολαβίας της ΟΣΥ», διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο: tomov.gr.
18. «Πόσο δημόσιες είναι τελικά οι αστικές συγκοινωνίες;», διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο: www.athenstransport.com/2018/01/sygkoinonies-dimosio.
Διαβάστε
Νίκος Βλαντής, Παύλος Μπαλτάς, Επόμενη στάση: χαμένες λεωφόροι. Μία περιδιάβαση στην κοσμογονία της αμερικανικής και της ευρωπαϊκής μητρόπολης, Futura, 2004.
Συλλογικό έργο, Από τα παμφορεία στο μετρό. 170 χρόνια δημόσιες συγκοινωνίες Αθηνών-Πειραιώς-περιχώρων, Μίλητος, 2007.
Από την άρνηση πληρωμής των κοινωνικών αναγκών στην άρνηση πληρωμής της καπιταλιστικής κρίσης, Ανοιχτή συνέλευση κατοίκων Πετραλώνων, Κουκακίου, Θησείου για τα μέσα μαζικής μεταφοράς, Αθήνα, 2011. Μπορείτε να διαβάσετε την μπροσούρα στο site του περιοδικού εδώ.
Fuck off Google, Αόρατη Επιτροπή, εκδόσεις Kozmonaut, Αθήνα, 2017.
Στο πρώτο τεύχος του περιοδικού στο άρθρο με τίτλο ''Αυτή η πόλη δεν περπατιέται'', παρουσιάσαμε τους λόγους για του οποίους πιστεύουμε ότι η ελεύθερη μετακίνηση στις πόλεις και συγκεκριμένα στην Αθήνα, αποτελεί μια από τις βασικές ανάγκες των κατοίκων. Γράφαμε τότε πως τόσο η χωροταξική επέκταση της πόλης μας όσο και η κατάτμησή της σε ζώνες (διασκέδασης, βιομηχανικές, υπηρεσιών τριτογενούς τομέα κ.τ.λ.) καθιστά αναγκαία τη χρήση του συγκοινωνιακού δικτύου για τη μετακίνησή μας από και προς την εργασία, τους χώρους ψυχαγωγίας και κοινωνικοποίησης μας.
Ο χρόνος από και προς τη δουλειά είναι εργάσιμος χρόνος, ο οποίος πρέπει να πληρώνεται από τα αφεντικά μας, ενώ η ψυχαγωγία και η κοινωνικοποίησή μας είναι ανάγκες και όχι επιλογές, οπότε και πρέπει να εξασφαλίζεται η δυνατότητα πραγματοποίησής τους, ανεξάρτητα από την οικονομική ευχέρεια του καθενός και της καθεμιάς.
Αν και αυτή η πόλη δεν περπατιέται, σίγουρα ελέγχεται (ή πρέπει να ελεγχθεί). Πιάνοντας το νήμα από εκεί θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε τις σχετικά πρόσφατες αλλαγές στο συγκοινωνιακό δίκτυο, ένα διευρυμένο -ποσοτικά και χωροταξικά- δίκτυο μεταφοράς που περιλαμβάνει ανθρώπους και εμπορεύματα. Αρχικά, θα επιχειρήσουμε μια πολιτική ερμηνεία για όλες αυτές τις καινούργιες λέξεις και πράξεις, οι οποίες οριοθετούν εδώ και κάποιους μήνες το πλαίσιο των μετακινήσεών μας. Σε δεύτερο χρόνο -δίχως σε καμία περίπτωση να εξετάζουμε την κοινωνική ανάγκη της μετακίνησης μέσα από φίλτρα οικονομικών ισολογισμών- θα επιχειρηματολογήσουμε ως προς το γιατί πιστεύουμε πως η «εισιτηριοδιαφυγή», η οποία χρησιμοποιείται σαν δούρειος ίππος των όποιων αναδιαρθρώσεων, αποτελεί ένα φτωχό πολιτικό επιχείρημα της ρητορικής, περί ελλειμματικού χαρακτήρα των συγκοινωνιακών οργανισμών της Αθήνας.
Ήταν φθινόπωρο του 2015 όταν κατατέθηκε προς ψήφιση στη βουλή ένα πολυνομοσχέδιο, το οποίο μεταξύ άλλων συμπεριελάμβανε έναν πρώτο σχεδιασμό για την αναδιάρθρωση των αστικών συγκοινωνιών της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Τριάμισι σχεδόν χρόνια μετά, μέσα από προσωρινές (;) αναδιπλώσεις και διστακτικούς βηματισμούς, βλέπουμε εκείνο το σχέδιο λίγο-λίγο να γίνεται μια καθημερινότητα (σχεδόν μηχανική) για όσες και όσους χρησιμοποιούμε τα μέσα μεταφοράς. Το ηλεκτρονικό εισιτήριο, οι μπάρες εισόδου στους σταθμούς του μετρό και του ηλεκτρικού, η τηλεματική, η αναδιάρθρωση των δρομολογίων σε μια κατεύθυνση σύνδεσής τους με συγκεκριμένους γίγα-σταθμούς του μετρό, συγκροτούν το περιβάλλον αυτής της νέας καθημερινότητας.
Εισιτήριο και big data
Το ηλεκτρονικό εισιτήριο, αναπόφευκτα θα λέγαμε, βρέθηκε στο επίκεντρο των σχεδιαζόμενων αλλαγών. Εδώ και κάποια χρόνια, σχεδόν όλες οι δημόσιες συζητήσεις για τις συγκοινωνίες εκκινούν από αυστηρά δημοσιονομικά κριτήρια, με την εισιτηριοδιαφυγή να καταδεικνύεται από μια σειρά παραγόντων (υπουργοί, δημοσιογράφοι, διοικήσεις συγκοινωνιακών φορέων), σαν τη μια και μοναδική αιτία των όποιων οικονομικών ελλειμμάτων εμφανίζονται στο δικτύων των συγκοινωνιών.
Από τον Οκτώβριο του 2017, όλοι οι παραπάνω άρχισαν να μετρούν αντίστροφα για την εφαρμογή των νέων μεθόδων επιτήρησης και αποκλεισμού από τα μέσα μεταφοράς. Το ηλεκτρονικό εισιτήριο πάει πακέτο με μια σειρά προσωπικών στοιχείων που πρέπει να δίνονται για την έκδοση της σχετικής κάρτας φόρτισης (Ath.ena card), καθώς και με την τοποθέτηση αυτόματων μηχανημάτων ελέγχου των επιβατών στις εισόδους των σταθμών.
Και ενώ το πρώτο χρονικό διάστημα η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τις τεράστιες ουρές στα γκισέ έκδοσης των νέων ηλεκτρονικών καρτών και την «ανοργανωσιά του υπουργείου για την νέα μετάβαση», σε διάφορους περιφερειακούς σταθμούς του μετρό οι μπάρες κλείνουν, ενώ τα πρώτα άρθρα που μιλούν για αισθητή πάταξη της εισιτηριοδιαφυγής κάνουν την εμφάνισή τους [1]. Κατά την είσοδο και την έξοδό τους από τους σταθμούς, οι επιβάτες πρέπει να περνάνε την ηλεκτρονική κάρτα που έχουν προμηθευτεί από το σχετικό μηχάνημα τόσο για να ανοίξουν οι μπάρες και να τους επιτραπεί η διέλευση όσο και για να καταγραφεί η ώρα εισόδου και εξόδου από αυτούς. Η Ath.ena card είναι μια αυστηρά προσωποποιημένη κάρτα, όπου αναγράφονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα όπως το ονοματεπώνυμο του κατόχου, το ΑΜΚΑ του, η διεύθυνση κατοικίας, το τηλέφωνο και φωτογραφία του. Η χρήση της συνεπάγεται επίσης, την ηλεκτρονική καταγραφή της διαδρομής του καθενός και της καθεμιάς που τη χρησιμοποιεί.
Η εν λόγω κάρτα δεν δυσκολεύει απλά τη δυνατότητα της ελεύθερης μετακίνησης μέσα στην πόλη, αλλά επιπλέον αυτή γίνεται και απόλυτα επιτηρούμενη. Πότε μπαίνεις, πότε βγαίνεις, τι ώρα, ποια ημερομηνία, πόσο συχνά επαναλαμβάνεις την ίδια διαδρομή, ενώ αναδύεται και η δυνατότητα δημιουργίας περιμέτρων για το που πιθανόν βρίσκεται η κατοικία σου, η εργασία σου, οι περιοχές όπου διασκεδάζεις τις Παρασκευές ή τα Σάββατα... Είναι τα ίχνη της κοινωνικότητάς μας που μπορούν να γίνουν (big) data εκμεταλλεύσιμα από τα αφεντικά κατά το δοκούν. Γιατί πλάι στις διαβεβαιώσεις του ΟΑΣΑ για την πλήρη προστασία των προσωπικών δεδομένων -στις ίδιες ακριβώς ανακοινώσεις- τονίζονται οι εξαιρέσεις των περιπτώσεων γνωστοποίησης των στοιχείων κάποιου επιβάτη λόγω εισαγγελικού αιτήματος και παραδέχονται πως εξάγονται στατιστικές αναφορές για τις διαδρομές των επιβατών. Τα δεδομένα, λοιπόν, συγκεντρώνονται και η επεξεργασία τους είναι ποσοτική και ποιοτική· γενική, αλλά όποτε χρειαστεί, και αυστηρά προσωποποιημένη [2].
Χρειάστηκε ένας ολόκληρος μήνας χρήσης των ηλεκτρονικών καρτών και ένας έντονος δημόσιος θεσμικός διάλογος, για να κυκλοφορήσει πλάι στις προσωποποιημένες κάρτες το ηλεκτρονικό εισιτήριο ημερήσιας διαδρομής, για τους περιστασιακούς χρήστες των μέσων μεταφοράς. Προφανώς η ανωνυμία που συνεπάγεται αυτό το μεμονωμένο εισιτήριο δεν το έκανε και προτεραιότητα του υπουργείου, καθώς οι νέοι σχεδιασμοί στοχεύουν κάπου συγκεκριμένα. Το επισημαίνει -την άνοιξη του 2018- με τον δικό του τρόπο, ένα από τα κορυφαία ενημερωτικά site για τα μέσα μαζικής μεταφοράς στην Αθήνα, το athens.transport [3]. Αρκετούς μήνες αργότερα, συγκεκριμένα τον Οκτώβρη, ανακοινώθηκε η απόφαση που κινείται προς την ίδια κατεύθυνση: ότι οι φοιτητές και οι πολύτεκνοι που είναι δικαιούχοι μειωμένου κομίστρου υποχρεούνται να εκδώσουν την προσωποποιημένη κάρτα, εάν θέλουν να συνεχίσουν να κάνουν χρήση αυτού του δικαιώματος, καθώς καταργείται η διάθεση του μειωμένου χάρτινου -και ανώνυμου- ηλεκτρονικού εισιτηρίου [4].
Οι «ομάδες άσκησης κοινωνικής πολιτικής» όπως σχηματικά αποκαλούνται οι φοιτητές, οι άνεργοι, οι ΑμΕΑ και οι πολύτεκνοι μπαίνουν στο στόχαστρο. Από τη μία η υποτιθέμενη βραδύτητα του υπουργείου που ακόμα ψάχνει τους τρόπους με τους οποίους θα περνούν τις μπάρες αυτές οι κοινωνικές ομάδες, και από την άλλη μια σειρά από άρθρα που έμμεσα ορίζουν σαν πρόβλημα το υψηλό ποσοστό (54%) -στο σύνολο των χρηστών των μέσων μεταφοράς-, αυτών των κοινωνικών ομάδων και των μειωμένων εσόδων που έρχονται από εκεί [5].
Μπάρες αποκλεισμού και ελέγχου
Οι αποβάθρες των σταθμών γίνονται ο τόπος όπου μπορούν να μπουν μόνο όσοι είναι «νόμιμοι», μόνο όσοι πρόκειται να μετακινηθούν. Όποτε ποιοι πρέπει να αποκλειστούν από αυτές; Καταρχήν αυτοί που δεν χτυπάνε εισιτήριο, αυτοί που ανταλλάσσουν το εισιτήριο κατά την έξοδό τους με άλλον επιβάτη ή το αφήνουν σε εμφανή σημείο για να επαναχρησιμοποιηθεί. Σε δεύτερο χρόνο οι επαίτες και οι μουσικοί του δρόμου που μπαινοβγαίνουν στους συρμούς, του ηλεκτρικού κατά βάση [6]. Οι μπάρες είναι το μέσο για να πραγματωθεί αυτός ο αποκλεισμός. Επιπλέον τα ζητήματα ασφαλείας που καταγγέλλονται, σχετικά με το νέο ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου παρακάμπτονται διακριτικά μπροστά στο δαίμονα της... εισιτηριοδιαφυγής. Άλλωστε το κουμπί κινδύνου που υπάρχει πλάι στις ηλεκτρονικές μπάρες για το χειροκίνητο άνοιγμά τους σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, την ίδια στιγμή μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για το άνοιγμά τους με σκοπό την ελεύθερη διέλευση [7].
Η περίπτωση των αστέγων αυτής της πόλης είναι μία περίπτωση, η οποία σηκώνει ξεχωριστή αναφορά. Ορατοί και αόρατοι την ίδια στιγμή, αποδέκτες δακρύβρεχτων προνοιακών υποσχέσεων, αλλά αποκλεισμένοι από τα μίνιμουμ της κοινωνικής πολιτικής, δε μπορούν να συμπεριληφθούν σε καμία από τις προαναφερόμενες «ομάδες άσκησης κοινωνικής πολιτικής», γιατί ο ΟΑΕΔ αρνείται να τους καταγράψει έστω και ως άνεργους καθώς απαιτείται αποδεικτικό (λογαριασμού, μισθωτηρίου) μόνιμης κατοικίας. Αποκλεισμένοι λοιπόν, από οποιαδήποτε «άσκηση κοινωνικής πολιτικής» στερούνται τη δυνατότητα μετακίνησης με τις γραμμές του μετρό και του ηλεκτρικού ή ακόμα και της ευκαιρίας να βρουν ένα καταφύγιο, όταν οι καιρικές συνθήκες είναι ακραίες. Πρόκειται για μία ακόμα επικύρωση της αορατότητάς τους μέσα στην πόλη, για μια κοινωνική ομάδα η οποία δεν μπορεί να συνεχίσει να χωράει στο αποστειρωμένο και αυστηρά αισθητικοποιημένο περιβάλλον, των σταθμών και των μέσων σταθερής τροχιάς [8].
Η μετακίνηση από ανάγκη γίνεται εμπόρευμα
«Εξαγωγή στατιστικών αναφορών για τις διαδρομές και τη χρήση τους από τους επιβάτες».
Αλήθεια έχουμε αναρωτηθεί τί ακριβώς σημαίνει αυτή η φράση που συναντάμε στις επίσημες ανακοινώσεις του ΟΑΣΑ; Μέσα από την επεξεργασία των δεδομένων που προκύπτουν, από τη χρήση του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, ο οργανισμός μπορεί να δημιουργήσει μια συγκεκριμένη στατιστική εικόνα για την επιβατική κίνηση σε διάφορες γραμμές, τον όγκο και τον καταμερισμό της, για να χαράξει στη συνέχεια τις όποιες κατευθύνσεις αναδιάρθρωσης των συγκοινωνιακών του γραμμών. Αυτό καταρχήν, θα μπορούσε να είναι και καλό για εμάς τους επιβάτες, εάν στο ενδιάμεσο δεν έμπαινε η λέξη-κλειδί, το κέρδος. Η οικονομική ανταποδοτικότητα όμως, αντικαθιστά την ανάγκη της μετακίνησης στο σύνολο της πόλης με συνακόλουθο την κατάργηση γραμμών, την αραίωση δρομολογίων ή τη σπειρωτή τους σύνδεση με συγκεκριμένους σταθμούς του μετρό. Η (μακρινή;) περίπτωση της λεωφορειακής γραμμής 714 που συνέδεε την Αθήνα με την Πάρνηθα, την πόλη με το βουνό, και η κατάργησή της το 2011 καθώς οικονομικά ήταν «άγονη», έχει τη δική της σημειολογία στις υποψίες μας για την μετατροπή της μετακίνησης σε εμπόρευμα, που θα κρίνεται αυστηρά με όρους εσόδων και εξόδων [9].
Ας μιλήσουμε για ελλείμματα, λοιπόν!
Εν τέλει η εισιτηριοδιαφυγή είναι ένας δαίμονας που επιβιβάζεται μαζί μας στα τρένα και στα λεωφορεία; Ή πρόκειται για ένα κατασκεύασμα που επιχειρεί να εκθέσει ηθικά (και νομικά) αυτούς και αυτές που δεν έχουν χρήματα να χτυπήσουν εισιτήριο ή που επιλέγουν να μην χτυπήσουν, καθώς η μετακίνηση μέσα σε μία τεράστια πόλη είναι μια ανάγκη και όχι ένας τρόπος να «σκοτώσουμε» τον ελεύθερο χρόνο μας; Εάν θέλουμε να μιλήσουμε για δαίμονες και τέρατα στις συγκοινωνίες θα πρέπει να κοιτάξουμε λίγο στις πίσω γραμμές των δημοσιογραφικών αναφορών, στα μονόστηλα των εφημερίδων, όπου μπορούμε να βρούμε τέσσερα πολύ συγκεκριμένα παραδείγματα που κλείνουν το μάτι στους ελλειμματικούς οικονομικούς ισολογισμούς των συγκοινωνιακών φορέων. Εκείνο το μάτι που δεν αλληθωρίζει.
Πρώτο παράδειγμα: Το κύκλωμα των εταιρειών σεκιούριτι.
Την άνοιξη του 2017 έγινε γνωστό ότι οι διοικήσεις των συγκοινωνιακών φορέων υπέγραφαν ολιγοήμερες συμβάσεις, τις οποίες ανανέωναν ξανά και ξανά με μια συγκεκριμένη εταιρεία σεκιούριτι (η οποία εμφανιζόταν με άλλο όνομα σε κάθε σύμβαση) [10], για τη φύλαξη των σταθμών του ηλεκτρικού [11]. Μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2017, ο ΟΑΣΑ θα δαπανήσει 1,5 εκατομμύριο ευρώ για υπηρεσίες φύλαξης, τη στιγμή που οι αντίστοιχες ετήσιες συμβάσεις δε ξεπερνούν τα 750 χιλιάδες ευρώ [12]. Εξαήμερες συμβάσεις για τη φύλαξη των αποβαθρών που φτάνουν σχεδόν τα 15 χιλιάρικα αλλά και ολιγοήμερες συμβάσεις που υπογράφονταν, ενώ είχε κατοχυρωθεί ήδη με διαγωνισμό το συνολικό έργο της φύλαξης σε εταιρεία σεκιούριτι [13]. Το φαντασιακό της ασφάλειας, με το οποίο έχει επενδυθεί το μετρό από την πρώτη ημέρα της λειτουργίας του, απογυμνώνεται και επενδύεται ξανά με τους ρεαλιστικούς όρους μιας κερδοφόρας μπίζνας. Και δεν είναι μόνο οι στημένες (και διπλάσιες σε έξοδα) συμβάσεις έργου. Το φθινόπωρο που μας πέρασε, μπάτσοι και σεκιουριτάδες συνελήφθησαν ως μέλη ενός διευρυμένου κυκλώματος (50 περίπου ατόμων), το οποίο είχε πραγματοποιήσει 764 κλοπές πορτοφολιών σε μέσα μαζικής μεταφοράς αποκομίζοντας κέρδη εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ. Οι μπάτσοι χρηματίζονταν για να μην σχηματίσουν δικογραφίες εναντίον των μελών του κυκλώματος, οι σεκιουριτάδες για να μην τους συλλαμβάνουν σε χώρους της δικαιοδοσίας τους, ενώ ζήταγαν και χρήματα από τους επικεφαλής της συμμορίας για να τους παρέχουν διάφορες πληροφορίες [14].
Δεύτερο παράδειγμα: το κύκλωμα των πλαστών εισιτηρίων.
Τον Μάιο του 2017, ο έλεγχος των ορκωτών ελεγκτών της εταιρείας KPMG, που έγινε για λογαριασμό του ΟΑΣΑ, κατέληξε στο εξής πόρισμα: την περίοδο 2011-2015 ο οργανισμός είχε χασούρα 3,4 εκατομμύρια ευρώ, εξαιτίας κυκλώματος διακίνησης πλαστών εισιτηρίων που είχε στηθεί από υπαλλήλους των μέσων σταθερής τροχιάς. Τα ρολά με τα οποία τροφοδοτούνταν τα μηχανήματα αυτόματης έκδοσης εισιτηρίων, όταν χαλούσαν ή όταν έπρεπε να αντικατασταθούν δεν καταστρέφονταν, αλλά το κύκλωμα χρησιμοποιούσε το χαρτί τους για να ξανατυπωθούν, πλαστά αυτή τη φορά, εισιτήρια [15]. Είναι το ίδιο κύκλωμα, το οποίο απέσυρε από την αγορά μεγάλο αριθμό εισιτηρίων χρησιμοποιώντας διάφορες δικαιολογίες και στη συνέχεια τα επαναδιέθετε στα γκισέ των σταθμών του μετρό, εισπράττοντας ολόκληρο το αντίτιμο [16].
Τρίτο Παράδειγμα: το παράνομο τυπογραφείο.
Τον Νοέμβριο του 2016 σε τυπογραφείο στο Μενίδι, το οποίο τύπωνε εισιτήρια για λογαριασμό του ΟΑΣΑ, ανακαλύπτονται 60 χιλιάδες πλαστά εισιτήρια. Οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για οικονομική ζημιά 10 εκατομμυρίων ευρώ και ο οργανισμός καταγγέλλει τη σύμβασή του με τη συγκεκριμένη εταιρεία. Παρόλα αυτά, κάποιους μήνες αργότερα, η ίδια εταιρεία πλειοδοτεί διαγωνισμό του υπουργείου Υποδομών με στόχο να αναλάβει αυτή την εκτύπωση διαφόρων εντύπων που αφορούν την εξυπηρέτηση των αναγκών του. Η διοίκηση της ΣΤΑ.ΣΥ. αρνείται οποιαδήποτε σχέση ανάμεσα στα δύο κυκλώματα, η κοινή λογική διατηρεί τις επιφυλάξεις και τις υποψίες της.
Τέταρτο Παράδειγμα: οι εργολαβίες καθαρισμού.
Τον Ιανουάριο του 2016, οι καθαρίστριες των λεωφορείων ξεκίνησαν έναν αγώνα διεκδίκησης των δεδουλευμένων τους από την εργολαβική εταιρεία Λινκ Απ, η οποία όχι μόνο τις είχε απλήρωτες για αρκετούς μήνες, αλλά τις εξανάγκαζε να υπογράφουν ότι πληρώνονταν 680 ευρώ (ο μισθός που αντιστοιχούσε στη σύμβασή τους), ενώ στην πραγματικότητα έπαιρναν 450 ευρώ, χωρίς επιδόματα, δώρα ή τις νόμιμες προσαυξήσεις. Την ίδια στιγμή ο εργολάβος πληρωνόταν 140 χιλιάδες ευρώ, κάθε μήνα από τον ΟΑΣΑ, για την καθαριότητα των λεωφορείων. Και εάν οι πολύμορφες κινητοποιήσεις είχαν ως αποτέλεσμα να πάρουν οι εργάτριες το μεγαλύτερο μέρος των δεδουλευμένων τους και η διοίκηση του ΟΑΣΑ να κηρύξει έκπτωτη τη ΛΙΝΚ ΑΠ, η αμέσως επόμενη μειοδότρια εταιρεία που ανέλαβε την καθαριότητα ήταν η ΕΥΚ, η οποία είχε αναλάβει τον καθαρισμό των λεωφορείων σε δύο αμαξοστάσια της ΟΣΥ την περίοδο 2010-2014 και χρωστάει ακόμα δεδουλευμένα στις καθαρίστριες, που δουλεύανε τότε για λογαριασμό της [17].
Οικονομικοί ισολογισμοί ή κοινωνική ανάγκη;
Όλη αυτή η τεράστια συζήτηση, που κρατάει χρόνια τώρα, γύρω από το κατά πόσο χτυπάνε ή όχι εισιτήρια οι επιβάτες των αστικών συγκοινωνιών αποτελεί μια επιμέρους κουβέντα και όχι αυτήν που πρέπει να γίνει, δηλαδή το πώς αντιλαμβανόμαστε εμείς την μετακίνηση: ωσάν εμπόρευμα ή ωσάν ανάγκη; Είναι άραγε η μετακίνηση μια υπηρεσία που πρέπει να βασίζεται στην αρχή της οικονομικής ανταποδοτικότητας ή είναι μία ανάγκη αυτονόητη μέσα σε μια τεράστια πόλη, η οποία συνεχώς επεκτείνεται; Ο συγκοινωνιακός χάρτης της Αθήνας συναρθρώνεται με τους όρους μιας επιχείρησης, η οποία μπορεί και θέλει να παρουσιάζεται με όρους οικονομικών ισολογισμών, ελλειμμάτων και πλεονασμάτων. Παράλληλα τα ελλειμματικά ταμεία των συγκοινωνιακών φορέων παρουσιάζονται σαν να επιβαρύνουν στο σύνολό τους το κράτος και κατ’ επέκταση όλους εμάς (εφόσον το κράτος έχει ταυτιστεί με την έννοια του φορολογούμενου πολίτη και των υποχρεώσεων ή δικαιωμάτων που απορρέουν απ’ αυτήν τη φορολογία), ενώ στην πραγματικότητα οι περισσότερες επιμέρους λειτουργίες τους έχουν ανατεθεί σε ιδιώτες. Πιο συγκεκριμένα, η εταιρία LG-ΤΕΡΝΑ έχει αναλάβει το ηλεκτρονικό εισιτήριο. Επιπλέον η εκπαίδευση του επιβατικού κοινού για τη χρήση του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, η καθαριότητα, το σύστημα τηλεματικής, η διαχείριση των social media, το τηλεφωνικό κέντρο του ΟΑΣΑ και οι μεταφράσεις έχουν ανατεθεί σε ιδιώτες, ενώ η προμήθεια ανταλλακτικών και οι τεχνικές εργασίες σε εργολάβους [18].
Και από την άλλη υπάρχει μια ανάγκη ξεκάθαρη, αυτή της μετακίνησης προς την εργασία, ή για την αναζήτηση εργασίας, για τη διασκέδαση, για να δεις τους φίλους και τις φίλες, τους συγγενείς, τους γονείς. Μία ανάγκη ανθρώπων που δεν έχουν άλλους τρόπους να διασχίσουν την πόλη και δε μπορούν να αποκλείονται από σημεία της, βάσει των εισοδημάτων τους. Είναι οι μετανάστριες που συναντάς Κυριακή πρωί στις γραμμές της Κηφισίας και της Μεσογείων, οι εσωτερικές εργάτριες των μεσοαστικών σπιτιών του Ψυχικού, του Χαλανδρίου, της Κηφισιάς. Είναι οι πιτσιρικάδες και οι πιτσιρίκες, νωρίς τα ξημερώματα της Παρασκευής και του Σαββάτου στις στάσεις του 040, που περιμένουν να γυρίσουν σπίτια τους από την έξοδό τους. Είναι οι Αλβανοί και οι Πακιστανοί εργάτες στην Πέτρου Ράλλη και την Θηβών που πηγαίνουν για το μεροκάματο. Είναι οι φοιτητές και οι φοιτήτριες που πρέπει να ανέβουν σε αυτές τις δύο μικρές πανεπιστημιουπόλεις που έχουν φτιαχτεί κάτω από τον Υμηττό, γιατί δεν έχουν την τύχη να μένουν όλοι τους στου Ζωγράφου ή στην Καισαριανή. Είναι οι αόρατες πληροφοριακές εργάτριες που πρέπει να αλλάξουν δύο συγκοινωνιακά μέσα για να στηθούν 8 ώρες πίσω από την οθόνη του υπολογιστή, μιας εισπρακτικής εταιρείας ή ενός τηλεφωνικού κέντρου εισερχόμενων διεθνών κλήσεων της Αpple. Είναι και αυτοί που πρέπει να βρεθούν στην ώρα τους σε εκείνη την περιοχή που θα τους υποδείξει ο επόπτης, για να μοιράσουν φυλλάδια. Είναι η δασκάλα που πρέπει να είναι στην ώρα της στο σχολείο στη Σαλαμίνα που διορίσθηκε, παρόλο που μένει στα Πετράλωνα. Και ο μάγειρας που από το Μαρούσι πρέπει να κατεβαίνει κάθε πρωί στο Κουκάκι, γιατί η βιομηχανία της διασκέδασης εκεί έχει στήσει μία από τις πιάτσες της, εκεί είναι το μεροκάματο. Είναι ο συνταξιούχος που θέλει να κατέβει στην Αθηνάς, στην αγορά. Είναι όλες αυτές οι ατομικές περιπτώσεις, αυτές οι καθημερινότητες, οι δικές μας και των ανθρώπων γύρων μας, που κάνουν τη μετακίνηση ανάγκη. Χρόνο χαμένο, χρόνο απλήρωτο, χρόνο υπομονής. Ας δούμε πέρα από χρήματα, πέρα από εισιτήρια. Να πάψουμε να λογίζουμε τις εαυτές μας και τους εαυτούς μας σαν πελάτες και ας θέσουμε ξανά τους όρους της κοινωνικής μας αναπαραγωγής.