top of page

Κουκάκι: ζούμε

ανάμεσα σε...

IMG_20190217_172628.jpg

Κουκάκι, οδός Μπελές.

Φωτό από το αρχείο του περιοδικού.

koukaki02.jpg

Κάποτε ο κυρ Θόδωρος κανόνιζε για Διακοφτό. Σήμερα το καφενείο, όπως και τα περισσότερα μαγαζιά της Γ. Ολυμπίου παραμένουν ανοιχτά και Δεκαπενταύγουστο. Η τουριστική πελατεία δεν σταματά ποτέ (φωτογραφία από το αρχείο του περιοδικού, Αύγουστος 2011).

hate-airbnb_d.jpg

"Μέχρι και η τελευταία τρύπα να ενοικιαστεί". Σε τοίχο της Τρώων, Α. Πετράλωνα (φωτογραφία από το αρχείο του περιοδικού, Νοέμβριος 2018)

Σημειώσεις

 

1. Γεράσιμος Εξ., κάτοικος Μακρυγιάννη, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

2. Κατερίνα Μ., κάτοικος Μακρυγιάννη, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

3. Νίκη Οικ., κάτοικος Κουκακίου, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

4. Ό.π.

 

5. Γεράσιμος Εξ., κάτοικος Μακρυγιάννη, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

6. Νίκη Οικ., κάτοικος Κουκακίου, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

7. Γεράσιμος Εξ., κάτοικος Μακρυγιάννη, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

8. Τα στοιχεία προέρχονται από μια εργασία των Αικατερίνη Κορυζή, Αλίκη Φατούρου και Ευάγγελου Παπαδιά που εκπονήθηκε στο πλαίσιο μεταπτυχιακού προγράμματος του ΕΜΠ «Πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός με χρήση ΓΣΠ», Ιούνιος 2017. Σίγουρα τα στοιχεία αυτά έχουν πάρει μια ανοδική πορεία στα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από τότε.

 

9. Ο διαμοιρασμός μίας θέσης σε ένα αμάξι για να ταξιδέψεις ανά την Ευρώπη είναι ένα τέτοιο παράδειγμα.

 

10. Νίκος Λ., εργαζόμενος σε εταιρεία real estate, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

11. Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

12. Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

13. Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

14. Νίκος Ρουσάνογλου, Στα χέρια επαγγελματιών τα μισά ακίνητα με μισθώσεις τύπου Airbnb, , εφημερίδα Καθημερινή, 15.02.2019.

 

15. Ντιλέκ Σπ., ιδιοκτήτρια εταιρείας διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

16. Η Λετονία παρέχει τις πιο φθηνές προϋποθέσεις σε ευρωπαϊκό έδαφος, καθώς με επένδυση 80 χιλιάδων ευρώ σε μία επιχείρηση (ή 250 χιλιάδων σε ακίνητα) κάποιος μπορεί να αποκτήσει την Golden Visa. Από εκεί και πέρα στις υπόλοιπες χώρες οι τιμές του σχετικού προγράμματος σχηματικά κυμαίνονται από 300 μέχρι 650 χιλιάρικα, με αρκετές διαβαθμίσεις και διαφορετικές προϋποθέσεις ανάμεσά τους. Διαβάστε και το άρθρο: Τη φθηνότερη Golden Visa της Ευρώπης έχει η Ελλάδα, στο insider.gr, 08/04/2017.

 

17. Σχετικά πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας Καθημερινή αναφέρει ότι εταιρεία από την Κίνα δρομολογεί τη συμμετοχή της σε ηλεκτρονικό πλειστηριασμό της PQH, εταιρεία διαχείρισης κόκκινων δανείων. Η συγκεκριμένη εταιρεία, όπως και άλλες αντίστοιχες κατασκευαστικές, αγοράζουν κτίρια σε κεντρικά σημεία της Αθήνας, τα οποία σκοπεύουν να ανακατασκευάσουν, να τα μετατρέψουν σε διαμερίσματα και να τα πουλήσουν σε ενδιαφερόμενους κινέζους επενδυτές.

Νίκος Ρουσάνογλου, Εισβολή επενδυτών στο κέντρο της Αθήνας, Καθημερινή, 24.09.2018.

 

18. Η αλήθεια είναι ότι τα ελληνικά αφεντικά δε χρειάζεται πάντοτε να συνοδεύουν ή να συνοδεύονται από τον πρωθυπουργό για να ταξιδέψουν στην Ασία. Τον Δεκέμβρη που μας πέρασε πέντε ελληνικές εταιρείες (Polis Properties, Remax New Deal, Smart Homes Greece, Sturdious Property Development, V2 Development) συμμετείχαν στη διάσημη έκθεση επενδύσεων για ακίνητα το «Luxury Property Show», στην Σανγκάη παρουσιάζοντας το ελληνικό πρόγραμμα των Golden Visa.

 

19. Παρά το ότι η Ε.Ε. κουνά το δάχτυλο στην Ελλάδα για την χαλαρότητα των ελέγχων γύρω από το πρόγραμμα των Golden Visa (με αφορμή και την υπόθεση Παπαευαγγέλου) το καινούργιο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομίας διευρύνει τις επενδύσεις που εξασφαλίζουν visa πέρα από τα ακίνητα και σε μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια, εταιρικά μερίδια ή τοποθετώντας μεγάλου ύψους καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες (ύψους 400 χιλιάδων ευρώ).

 

20. Νίκος Λ., εργαζόμενος σε εταιρεία real estate, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

21. Ό.π.

 

22. Νίκος Σεπετζής, ιδιοκτήτης του μεσιτικού γραφείου Cityhabitat. Στο Γιάννης Πανταζόπουλος, Πώς οι κινέζοι επενδυτές αγοράζουν Golden Visa στην Ελλάδα, ηλ. εφημερίδα πόλης lifo.gr, 28.03.2018

 

23. Νίκος Λ., εργαζόμενος σε εταιρεία real estate, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

24. Ένα άλλο «δημιουργικό κενό» αφορά την ίδια τη διαδικασία της αγοραπωλησίας και είναι αυτό που έγινε γνωστό μέσα από την υπόθεση του Ευαγγ. Παπαευαγγέλου. Ο αντιπρόεδρος της Jumbo πουλούσε ακίνητα σε κινέζους επενδυτές, παρακάμπτοντας τους περιορισμούς που έθετε το κινέζικο κράτος αλλά και τα capital controls των ελληνικών τραπεζών. Ο κύριος αντιπρόεδρος προμηθεύτηκε τερματικά POS από τρεις ελληνικές τράπεζες, τα οποία τα μετέφερε στην Κίνα και χρέωνε τις κινέζικες πιστωτικές κάρτες, τροφοδοτώντας κατευθείαν τους λογαριασμούς του. Στη συνέχει χρησιμοποιούσε αυτά τα χρήματα για την αγορά ακινήτων που θα εξασφάλιζαν την Golden Visa στον επενδυτή. Η περίπτωση «Παπαευαγγέλου» αποτελούσε και αποτελεί μια συγκεκριμένη περίπτωση, ενός διευρυμένου κόλπου των κτηματομεσιτικών επενδυτικών εταιρειών. Μέσα από την έρευνά μας ήρθαμε σε επαφή με διάφορες αναφορές για τη διασύνδεση εταιρειών με το συγκεκριμένο πρόσωπο ή για παρόμοιες συναλλαγές με ανάλογα κυκλώματα. Για ευνόητους λόγους προστασίας των ανθρώπων που συνομιλήσαμε δεν μπορούμε να επεκταθούμε. Αλλά τα γεγονότα που ήδη αναφέρουμε πιστεύουμε ότι είναι συγκεκριμένα και δείχνουν κατευθύνσεις και μεθοδεύσεις του κτηματομεσιτικού κεφαλαίου.

 

25. Νίκος Λ., εργαζόμενος σε εταιρεία real estate, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.           

 

26. Νίκος Λ., εργαζόμενος σε εταιρεία real estate, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

27. Γιάννης Κ., εργολάβος οικοδομών, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

28. Το δίκτυο Traveller Made δεν είναι ένα τυχαίο τουριστικό δίκτυο. Έχει κάτω από την ομπρέλα του 385 ταξιδιωτικά πρακτορεία σε 65 χώρες και πάνω από χίλιους συνεργάτες με αντικείμενο τον σχεδιασμό και την παροχή υπηρεσιών πολυτελούς τουρισμού. Στο πολύ πρόσφατο συνέδριο όλων αυτών σε μια μεγαλοπρεπή έπαυλη της Ανδαλουσίας, η Ελλάδα ανακηρύχθηκε, από το σύνολο του δικτύου, σε δεύτερο δημοφιλέστερο προορισμό της Ευρώπης μετά την Ιταλία και ήρθε 8η στην παγκόσμια κατάταξη. Λίγο παραδίπλα, το αφεντικό του δικτύου Desurmont θα υπερθεματίσει τη χώρα μας σε δηλώσεις του στην εφημερίδα Καθημερινή: «όπως έχω ξαναπεί, για μένα είναι η Καραϊβική της Ευρώπης. Η απαράμιλλη φυσική της ομορφιά συνδυάζεται με υψηλού επιπέδου προορισμούς, ξενοδοχεία και ταξιδιωτικά προϊόντα πολυτελείας». Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος για το 2018, τα ξενοδοχεία τεσσάρων ή πέντε αστέρων αν και αναλογικά πολύ λιγότερα (αλλά σε αυξητική τάση, μόνο τα 5άστερα έχουν αυξηθεί κατά 30 % από το 2011) από αυτά των υπόλοιπων τριών κατώτερων κατηγοριών (151 έναντι 498), προσφέρουν σχεδόν ίδιο αριθμό κρεβατιών / δωματίων (46.465 έναντι 46.814).

 

29. Το Grand Hyatt στο κτίριο του παλιού Ledra Marriott, το Coco-mat Athens BC Hotel, το Niche Hotel, το NLH Fix είναι ορισμένες πολύ πρόσφατες τέτοιες επενδύσεις.

 

30. Γιάννης Κ., εργολάβος οικοδομών, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

31. Βασιλικός Αλέξανδρος, Ο τουρισμός και οι προκλήσεις της νέας εποχής, εφήμ. Τα Νέα, 22.12.2018.

 

32. Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

33. Γιάννης Κ., εργολάβος οικοδομών, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

34. Νίκος Λ., εργαζόμενος σε εταιρεία real estate, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

35. Σύμφωνα με συγκριτικά στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ μεταξύ 2017 και 2018 υπήρξε αύξηση 7,2 % στον αριθμό των οικοδομικών αδειών, κατά 16,5 % στην οικοδομική επιφάνεια και κατά 18,8 % στον οικοδομικό όγκο.

 

36. Αλεξία Κ., διακοσμήτρια, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

37. Γιάννης Κ., εργολάβος οικοδομών, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

38. Γιάννης Κ., εργολάβος οικοδομών, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

39. Αλεξία Κ., διακοσμήτρια, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

40. Ο Κωτσόβολος παρέχει οικονομικές αλλά και premium λύσεις ανακαίνισης και εξοπλισμού του σπιτιού, στο «Ο Κωτσόβολος δίνει τις λύσεις για να φτιάξεις το δικό σου Airbnb» , εφήμ. Καθημερινή, 15.11.2018. Η Alpha Bank συντομεύει τις διαδικασίες σύναψης δανείου μέχρι και 15 χιλιάδες ευρώ για ανακαίνιση σπιτιού, στο: «Λύσεις για την ανακαίνιση του σπιτιού σας από την Alpha Bank», εφήμ. Καθημερινή, 25.09.2018.

 

41. Αλεξία Κ., διακοσμήτρια, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

42. Αλεξία Κ., διακοσμήτρια, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

43. Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

44. Ντιλέκ Σπ., ιδιοκτήτρια εταιρείας διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

45. Αλλάζει ο χάρτηςτης Αθήνας λόγω Airbnb, Μανιφάβα Δημ., Ρουσάνογλου Ν., εφημερίδα Καθημερινή, 3 Ιουνίου 2019.

 

46. Εξάλλου, τον Απρίλη το site αναζήτησης εργασίας Sky Walker φρόντισε σε μια αφισοκόλλησή του να μας θυμίσει: «ότι υπάρχουν πολλές θέσεις εργασίας στον τουρισμό που δεν χρειάζονται εξειδίκευση», καλώντας μας να στείλουμε τα βιογραφικά μας. Ναι, τις ξέρουμε από τις σεζόν που έχουμε δουλέψει σε αυτές τις θέσεις φθηνής, υπερωριακής, μέχρι εξαντλήσεως, ανειδίκευτης και ανασφάλιστης εργασίας.

 

47. Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

48. Νίκος Λ., εργαζόμενος σε εταιρεία real estate, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

49. Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

50. Νίκος Λ., εργαζόμενος σε εταιρεία real estate, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

51. Ελένη Πρ., ιδιοκτήτρια ψιλικατζίδικου, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

52. Αλεξία Κ., διακοσμήτρια, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

53. Το πως θα έχει πρόσβαση στα κλειδιά ενός διαμερίσματος ένας τουρίστας, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας είναι ένα θέμα: «Οι τουρίστες που έρχονται και μένουν τα κυρίως θέματα που αντιμετωπίζουν είναι η παραλαβή των κλειδιών και οι αποσκευές τους. Επειδή αυτά λειτουργούν κάπως ξενοδοχειακά, δηλαδή μπορεί να μπεις στο διαμέρισμα μετά από μία συγκεκριμένη ώρα ή πρέπει να φύγεις από το διαμέρισμα μία συγκεκριμένη ώρα, κόσμος που φεύγει πιο νωρίς και θέλει να αφήσει κάπου τις αποσκευές του ή να παραλάβει πιο νωρίς τα κλειδιά» Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό. Ειδικές θήκες / κλειδαριές που ανοίγουν με συνδυασμό αριθμών, ο οποίος στέλνεται στο κινητό τηλέφωνο του πελάτη λύνει αυτό το θέμα. Αυτό το σύστημα προμοτάρεται μάλιστα από την πλατφόρμα της Airbnb, δίνοντας και την ανάλογη βαθμολογία σε διαμερίσματα με τέτοιες παροχές.

 

54. Εταιρεία παροχής σκαλωσιών για εργασίες ανακαινίσεων.

 

55. Γεράσιμος Εξ., κάτοικος Μακρυγιάννη, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

56. Αντρέας Μπ., εργαζόμενος σε εταιρεία management και διαχείρισης ακινήτων, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

57. Μπινιάρης Δημήτρης, Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων Ελλάδος, συνέντευξη στον ρ/σ Real FM, 5/11/2018.

 

58. Αλέξανδρος Βασιλικός, πρόεδρος Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, συνέντευξη του στο Vice, στο πλαίσιο μικρού βίντεο με τίτλο: Αθήνα: η πρωτεύουσα του Αirbnb, Ιούνιος 2019.

 

59. Κατερίνα Μ., κάτοικος Μακρυγιάννη, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

60. Γιάννης Κ., εργολάβος οικοδομών, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

61. Ελένη Ντ., κάτοικος Κουκακίου, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.  

 

62. Χρήστος Μ., κάτοικος Κουκακίου, συνέντευξη ήχου στο περιοδικό.

 

63. Στην Αθήνα το ποσοστό multilistings διαχείρισης (δλδ η διαχείριση 2 ή περισσότερων διαμερισμάτων) ανέρχεται σε 48.7 %, ενώ σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις από 55 ως και 68 %. Υπάρχουν και περιπτώσεις με χαμηλά ποσοστά όπως το Παρίσι και το Βερολίνο.

 

64. Δήλωση κυβερνητικών πηγών σε κάποιο περιφερειακό αναπτυξιακό συνέδριο.

 

65. Αυτός ο ιδιοκτήτης των 7 διαμερισμάτων που τα μισθώνει μέσω της Airbnb πιστεύουμε ότι περιγράφει την ατομοκεντρική κατεύθυνση που πήραν κάποιοι αγώνες του τότε. «Είναι γεγονός ότι τα ενοίκια έχουν αυξηθεί. Ωστόσο είναι πάρα πολλά τα κλειστά διαμερίσματα. Εμείς που δουλεύουμε το Αirbnb έχουμε πάρει τέτοια διαμερίσματα, σαπάκια και τα κάνουμε καινούργια. Στην ουσία ανανεώνουμε την πόλη. Σε όλη την Αττική υπάρχουν περίπου 11 με 12 χιλιάδες διαμερίσματα, καταλύματα τύπου Αirbnb, booking κτλ. Τα τελευταία 3 χρόνια έχουν χαθεί απ’ την αγορά ενοικίασης περίπου 50.000 διαμερίσματα, λόγω της κρίσης και των αποποιήσεων κληρονομιών. Ποιο είναι το πρόβλημα; Τα 12.000 καταλύματα που αναβαθμίζουν τις γειτονιές και φέρνουν κόσμο και συνάλλαγμα; Ή τα 50.000 που κλείνουν, για πολλά χρόνια, ίσως δεκαετίες, δεν θα ξαναμπούν στην αγορά;» Απόσπασμα από συνέντευξη στο περιοδικό Vice, στο πλαίσιο μικρού βίντεο με τίτλο «Αθήνα: η πρωτεύουσα του Airbnb», Ιούνιος 2019.

Έρημος τόπος κάποτε το Κουκάκι, ένα απ’ τα αλώνια που περιτριγύριζαν την Αθήνα. Η περιοχή πήρε το όνομά της από έναν εργοστασιάρχη μεταλλικών κρεβατιών, που έχτισε εκεί σπίτι και επιχείρηση μαζί. Μια άλλη συνοικία του Κουκακίου, η Γαργαρέτα, πήρε το όνομά της από μια οικογένεια Ιταλών κτηματιών της εποχής. Ωστόσο τελευταία, ο χρόνος έχει συμπυκνωθεί τόσο πολύ και η χωροταξική απεικόνιση είναι τόσο ασφυκτική στη γειτονιά, που ακόμα και στον πιο καλοπροαίρετο φίλο της ιστορίας της πόλης αυτές οι πληροφορίες είναι πιθανό να προκαλέσουν ένα αδιάφορο μειδίαμα. Η ιστορία του Κουκακίου χρησιμεύει συχνά, για μια ρομαντική εισαγωγή στα εναλλακτικά αφιερώματα του τύπου και των περιοδικών. Βέβαια, οι κοινωνικές και χωροταξικές αλλαγές στη γειτονιά είναι τόσο πυκνές, που χρόνο με τον χρόνο φαίνεται πως είναι πιο ρεαλιστικό να σκαλώσεις τον δείκτη της ιστορίας μια δεκαετία πίσω και με βάση αυτό να μιλήσεις για το σήμερα.

 

 

Σκιαγραφώντας τη γειτονιά

Κορεσμένο πολεοδομικά ήδη από τη δεκαετία του 1970, το Κουκάκι υπόκειται σε διάφορες χωροταξικές κατηγοριοποιήσεις: το «κάτω» Κουκάκι, που βρίσκεται κοντά στην Πάντειο και το «άνω» Κουκάκι που ξεκινάει από το μετρό του Φιξ. Το «κάτω» Κουκάκι εκτείνεται από τη Δυοβουνιώτου και τη Γαργαρέτα προς τη Συγγρού και το «άνω» αντίστοιχα προς τους λόφους του Φιλοπάππου. Τα όρια αυτά δεν συνιστούν μια αυστηρή πολεοδομική οριοθέτηση. Είναι μια κοινωνική και κτηματομεσιτική κατασκευή, που μεταλλάσσει αυτόματα ποιότητες ζωής και ενοίκια. Στην επάνω γειτονιά οι ιδιοκτήτες επενδύουν διαχρονικά, στην κάτω έχουν ξεκινήσει τα τελευταία δύο χρόνια. Στην ίδια σελίδα αγγελιών η Αγίου Νικολάου μπορεί να ορίζεται ως Κουκάκι και λίγο παρακάτω ως Φιλοπάππου. Με την αναπόφευκτη διαφοροποίηση στην τιμή να κυμαίνεται στα 50 ευρώ.

Ο περιφερειακός του Φιλοπάππου μέχρι και τη Μακρυγιάννη αποτελεί μια μεσοαστική γειτονιά χάρη στη γειτνίασή της με τον λόφο αλλά και με το αρχαιοελληνικό λίκνο αυτής της πόλης, τον Παρθενώνα.

 

Οι περισσότεροι [κάτοικοι] ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, τραπεζικοί, συμβολαιογράφοι. Εδώ πιο πάνω έμενε ο Καμμένος ο μπαμπάς, είχε όλη την πολυκατοικία. Στη Δ. Αρεοπαγίτου έμενε κάποιος Αγγελόπουλος. Μετά ήρθε ο Θεοδωράκης, ο Μποστ έμενε εδώ [1].

 

Όσο η Δ. Αρεοπαγίτου είναι δρόμος, στις γύρω μονοκατοικίες θα μένουν οι παλιοί της κάτοικοι. Και πάλι, όχι κάποια αδιάφορα ονόματα: ο Ζολώτας, ο Δραγώνας, οι Αγγελοπουλαίοι. Η πεζοδρόμησή της, στο πλαίσιο του σχεδίου ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων της πόλης ακολούθησε χρονικά την εποχή της αντιπαροχής και τη μαζική μετακίνηση προς τα προάστια της Αττικής. Οι μεσοπολεμικές και bauhaus διπλοκατοικίες της οδού Μακρυγιάννη και του περιφερειακού του Φιλοπάππου αδειάζουν, για να κατοικηθούν από μια νέα φουρνιά ανθρώπων. Οι νέοι κάτοικοι μπορεί να μην κουβαλούν μόνο τη σημειολογία μιας (μεσοαστικής) κοινωνικής τάξης αλλά και ένα πολιτιστικό κεφάλαιο (καλλιτέχνες, designers, ηθοποιοί), το οποίο προσμετρείται στις αντικειμενικές αξίες της περιοχής και ορίζει την ταυτότητά της.

 

Το «κάτω» Κουκάκι, αν και συνορεύει χωρικά με την Πάντειο σχολή δεν θα επηρεαστεί απ’ αυτήν τη γειτνίαση:

 

Δεν νομίζω ότι νοικιάζονταν τόσα πολλά σπίτια σε φοιτητές στη δικιά μας τη γενιά [τη δεκαετία του ‘70]. Γιατί δεν είχε και μικρά διαμερίσματα. Γι’ αυτό τη χαρακτήρισα ως αστική περιοχή. Ήταν μόνιμοι κάτοικοι, παλιοί. Δεν έβρισκες να νοικιάσεις εύκολα διαμέρισμα για φοιτητή [2].

 

Μεσολαβεί ωστόσο, η δεκαετία του '80. Με τη μαζική μετακίνηση προς τα προάστια αρκετά διαμερίσματα αδειάζουν και οι φοιτητές γίνονται οι νέοι ενοικιαστές τους. Παρόλα αυτά, μέχρι και τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας δεν θα τους συναντήσεις σαν συμπαγές δημόσιο υποκείμενο στις γραμμές του τρόλεϊ ή στην αγορά της γειτονιάς. Αυτό αλλάζει από τη στιγμή που η περιοχή μετατρέπεται σε υπερτοπική ζώνη διασκέδασης.

 

Η γραμμή του τραμ είναι αυτή που καθορίζει τις αντικειμενικές αξίες των σπιτιών και συνακόλουθα τους ενοικιαστές τους.

 

Από το Κουκάκι περνούσε το τραμ, αυτό που βλέπεις στις παλιές φωτογραφίες της Αθήνας. Πήγαινε Κυψέλη και περνούσε από το Κουκάκι. Στη Δημητρακοπούλου ήταν και οι δύο γραμμές, το πήγαινε και το έλα. Τα αυτοκίνητα ήταν στη Βεΐκου, πήγαινε έλα, διπλός κι αυτός (ο δρόμος). Περνούσαν και λεωφορεία από το Κουκάκι. [...] Τα σπίτια εκεί στη Δημητρακοπούλου ήταν πολύ φτηνά γιατί το τραμ έκανε πολύ φασαρία, τρανταζόταν ο τόπος. Δεν ήταν σαν τα σημερινά, όταν πέρναγε (το τραμ) ούτε μπορούσες να ακούσεις, ούτε να μιλήσεις με κανέναν, έτσι; [...] Τότε τα σπίτια ήταν από πάνω, δίπλα του ακριβώς. [...] Στη Δημητρακοπούλου όταν ξαφνικά σταμάτησε το τραμ, τα κτίρια που ήταν εκεί –και δεν είχαν αξία– ξαφνικά αποκτήσανε μεγάλη (το ίδιο) και τα οικόπεδα. Μάλιστα τότε συζητούσαν πως όποιοι το είχανε πάρει είδηση και αγοράσανε όταν, ήταν φθηνά, βρεθήκανε τυχεροί. Είχαν την πληροφορία από την κυβέρνηση ότι θα το σταματήσει το τραμ. Η κυβέρνηση του Κων / νου Καραμανλή το σταμάτησε. Εκεί που ήταν χάλια και ανυπόφορα για να ζήσεις έγινε ένας δρόμος… Και χτιστήκανε όλα αυτά τα σπίτια. Τη δεκαετία του '60 δηλαδή χτίζονταν [3].

 

Η αρχιτεκτονική της κατοικίας υποδηλώνει και ταξικές διαστρωματώσεις.

 

Σ' αυτές τις γειτονιές τα σπίτια που είναι στον δρόμο ανήκουν σε αυτούς που έχουν λεφτά […] Γιατί είναι μονοκατοικία σχεδόν μόνο του. Έχει είσοδο δική του στον δρόμο και βλέπει και πίσω στη μεγάλη αυλή, όπου κατεβαίναμε παιδιά και παίζαμε. [...] Αυτά τα σπίτια ήτανε πριν από το 1940. Ήταν ο τρόπος που είχαν βρει για να μένουν οι άνθρωποι. Σε ένα μεγάλο οικόπεδο χτίζανε γύρω γύρω και υπήρχε στη μέση μια αυλή και υπήρχε μία πόρτα, από εκεί έμπαιναν και έβγαιναν όλοι. Εκτός από το μπροστινό που είχε και δική του είσοδο. Και κάποιοι που ήταν σε ημιυπόγειο και είχανε και αυτοί είσοδο. [...] Αυτός ο τρόπος δεν ήταν μόνο στο Κουκάκι, πρέπει να ήταν και αλλού, γιατί και ο άντρας μου που έμενε στον Κολωνό έτσι ήταν [4].

 

Το Κουκάκι είναι μια από τις παλιές γειτονιές της Αθήνας, κι αυτό δεν το σημειώνουμε με μποέμικη διάθεση αλλά περισσότερο για να προλογίσουμε την πολεοδομική και κοινωνική του ιστορία. Σε αυτήν συναντάμε όλα τα στάδια των χωροταξικών αλλαγών της Αθήνας.

 

Εδώ, η περιοχή είχε το εξής αβαντάζ και ντεσαβαντάζ ταυτόχρονα, είχε παλιές πολυκατοικίες αλλά είχε και μονοκατοικίες που από κάποια στιγμή και έπειτα δεν τις γκρεμίζανε για να φτιάξουν πολυκατοικίες. Ήταν μια περίοδος γύρω στα τέλη του 1980 αρχές 1990, και γι' αυτό σου λέω ήταν μια μεσοαστική περιοχή, όπου ο κόσμος που έμενε εδώ άρχισε να αποκτά οικονομική άνεση και να φεύγει. Τότε που άρχισε η οικοδομική έξαρση στα προάστια υπήρχε μια τάση φυγής από το κέντρο. Πολύς κόσμος έφυγε από εδώ. Ταυτόχρονα επειδή υπήρχαν πολλές παλιές μονοκατοικίες, κάποιοι που ήθελαν αυτό το στιλ και είχαν μια οικονομική άνεση τις αγόραζαν και τις αξιοποιούσαν. Στην Τσάμη Καρατάσου, στον περιφερειακό και μέσα στο Κουκάκι έχει καλές μονοκατοικίες [5].

 

Αρχίσανε να γκρεμίζονται και να χτίζονται με την αντιπαροχή. Στην αρχή το Κουκάκι δεν χτιζότανε πολύ άλλα από ένα σημείο και μετά αυτά τα σπίτια χτιστήκανε. Επί χούντας ιδιαίτερα. Ένας ένας, όταν βρισκόταν ο εργολάβος που θα 'θέλε να τα αγοράσει (αλλά), και κόσμος που ερχόταν από την επαρχία αγόραζε εδώ σπίτια [6].

 

Τις επιπτώσεις της αντιπαροχής, και πολύ περισσότερο της κουλτούρας που καλλιεργήθηκε γύρω της θα τις συναντήσουμε στα μετέπειτα χρόνια. Οι μεσοαστοί μιας παλιάς αθηναϊκής γειτονιάς φλερτάρουν με έναν άλλον μεσοαστισμό, αυτόν των αθηναϊκών προαστίων. Οι ιδιοκτησίες τους που έμειναν πίσω ενοικιάζονται μαζικά τη δεκαετία του '90 σε φοιτητές της Παντείου (περισσότερο) και του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου (λιγότερο). Ακόμα και τα ανήλιαγα υπόγεια και ημιυπόγεια θα αξιοποιηθούν προσοδοφόρα για να στεγάσουν τους Αλβανούς μετανάστες, που κατά χιλιάδες φθάνουν στην πρωτεύουσα και αναζητούν το μεροκάματο της επιβίωσης.

 

Το Κουκάκι έχει μια ιδιομορφία, επειδή έχει παλιές πολυκατοικίες έχει και υπόγεια, ισόγεια, τέτοια πράγματα. Ξαφνικά εκείνη την περίοδο σπίτια που ήταν κλειστά ανοίξανε ή έφυγε ο κόσμος από εκεί και πήγε στα προάστια, έχεις μια εισροή μεταναστών εδώ πέρα. Στις αρχές της δεκαετίας του '90 η γειτονιά γεμίζει με αλβανικό στοιχείο. Ακόμα και εδώ στην πολυκατοικία ζούσανε τέσσερις. Έχουν ενσωματωθεί πια. Τότε πραγματικά έβλεπες εισροή. Μία αλλαγή τρομακτική. Είχε φύγει πολύς κόσμος από εδώ και αντικαταστάθηκε από μετανάστες, το 99 % ήταν Αλβανοί. [...] Εδώ έγινε ξαφνικά, το ένιωσες. Το νιώθεις και τώρα που οι άνθρωποι είναι ενσωματωμένοι, οι περισσότεροι. Το σχολείο γέμισε από παιδιά, καλό αυτό γιατί λειτουργούσε το σχολείο [7].

 

Από το 2011, η μετατροπή της γειτονιάς σε υπερτοπική ζώνη διασκέδασης με έντονα εναλλακτικά στοιχεία θα αναζωογονήσει τις ιδιοκτησίες των ντόπιων, οι οποίοι αφού αντιληφθούν την άνοδο της περιοχής στο χρηματιστήριο των νεανικών υποκειμένων θα αρχίσουν να αναπροσαρμόζουν τα ενοίκια προς τα πάνω. Το Κουκάκι θα πάρει τη σκυτάλη από τα Άνω Πετράλωνα, εντέλει τα μεν αποτελούν την εναλλακτική της εξόδου σε ταβέρνες και μαγειρεία το δε Κουκάκι σε μπαρ. Η Γενναίου Κολοκοτρώνη, που ενώνει τις δύο πιάτσες και γειτονιές, θα γεμίσει με παρέες που πάνε πέρα δώθε τις βραδινές ώρες. Τα συνεργατικά καφενεία και μπαρ θα δώσουν το εναλλακτικό σπρώξιμο που χρειαζόταν αρχικά η περιοχή, για να κερδίσει κάποιες σελίδες αφιερωμάτων στα free press και στα site εξόδου της πόλης. Έπειτα η αγορά ανοίγει περισσότερο και οι επιχειρηματίες της διασκέδασης κάνουν το μικρό τους βήμα σε μια «ανερχόμενη» γειτονιά, έτσι τα αφιερώματα έχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε wine bar, σε στέκια καλλιτεχνών και στη σταθερή αξία των συνεργατικών μεζεδοπωλείων. Το 2009 καταγράφονται 61 καταστήματα εστίασης, τα οποία το 2014 θα γίνουν 75 και το 2017 θα φτάσουν τα 93. Την ίδια στιγμή, τα κλειστά καταστήματα της περιοχής από 311 το 2009 μειώνονται στα 225 το 2017 [8]. Η Βεΐκου, ο δρόμος όπου οι νεραντζιές όλα τα χρόνια της κρίσης ζούσαν τη μοναξιά τους, θα αποκτήσει ξανά την εφήμερη ζωή των επιχειρήσεων γρήγορου φαγητού ή καφέ. Βέβαια, στο πρόσφατο παρελθόν η εργασία στον κλάδο της εστίασης για τους γονείς, τους θείους και τις θείες μας δεν αποτελούσε παρά μια προσωρινή δουλειά μέχρι να βρούμε την «κανονική». Ήταν μάλιστα η αιτία που στα οικογενειακά τραπέζια κουνούσαν στοργικά τα κεφάλια τους, όταν άκουγαν πως τα παιδιά ή τα ανίψια τους δουλεύουνε σε αυτές τις επιχειρήσεις, που τώρα ξαφνικά μαθαίνουμε ότι «αναβαθμίζουν» τη γειτονιά.

 

Αυτή η περίοδος που είχε τη δική της, άμεση, επιρροή στα ενοίκια (σηματοδοτεί την πρώτη μαζική άνοδό τους) έχει περάσει λίγο στα πεταχτά. Αφενός γιατί οι αλλαγές που έχουν φέρει οι βραχυχρόνιες μισθώσεις τα τελευταία δύο χρόνια είναι πολύ πιο γρήγορες και έντονες, αφετέρου γιατί εκείνη η πρώτη περίοδος ανόδου των ενοικίων δεν απέκλειε με απόλυτους όρους ανθρώπους από το να μείνουν στη γειτονιά. Αντίθετα, πραγματοποιήθηκε μια ανακατανομή προς όφελος του νεανικού κοινού το οποίο ήταν πρόθυμο να πληρώσει 50 ευρώ παραπάνω, καθώς εκτός από νοίκι αυτό το ποσό συνεπάγεται και την επικύρωση μιας ταυτότητας στους νεανικούς κύκλους (φιλικούς, πολιτικούς, επαγγελματικούς).

 

Την τελευταία διετία, το τουριστικό προϊόν θα δώσει την ευκαιρία να ζήσουμε την κατάληξη όλης αυτής της διαδρομής της τελευταίας τριακονταετίας (μια διαδρομή όχι μοναδική αλλά κοινή με άλλες γειτονιές της πόλης). Αυτό που γίνεται σαφές είναι πως οι χωροταξικές μεταλλάξεις μετατρέπονται σε μια συμπυκνωμένη ιδεολογία υπεράσπισης της ιδιοκτησίας και της δημόσιας επανατοποθέτησης ενός απεχθούς προφίλ, αυτού του εισοδηματία (βλέπε και ξεχωριστή αναφορά στην σελίδα 49).

Μία γειτονιά, ένα (τουριστικό) προϊόν

Τα τελευταία δύο χρόνια στην Αθήνα –και δη στο Κουκάκι– τίθεται όλο και πιο έντονα το πρόβλημα της στέγασης, εντός του ασφυκτικού περιβάλλοντος τουριστικοποίησης της καθημερινότητας και των υπηρεσιών. Η αδυναμία δηλαδή ή η υπό (αυστηρούς) όρους δυνατότητα να ζήσεις σε συγκεκριμένες ζώνες της πόλης, εκεί όπου μπορεί να μεγάλωσες, εκεί όπου μπορεί να πέρασες τα περισσότερα χρόνια της ζωής σου, εκεί όπου εντέλει συνδέθηκες και ισορρόπησες. Το Airbnb, οι Golden Visa, τα ξενοδοχεία και οι θατσερικοί ιδιοκτήτες συγκροτούν τις διαφορετικές διαδρομές που υφαίνουν το πρόβλημα της εύρεσης σπιτιού στο κέντρο της πόλης. Στις παρακάτω σελίδες θα παρουσιάσουμε την αρχή, τη μέση και το τέλος αυτών των διαδρομών.

 

Α. Το Airbnb

Α1. Οι ιδιώτες

Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, που προωθούνται μέσω της Airbnb, είχαν ξεκινήσει αρχικά ως ένας εναλλακτικός τρόπος διαμοιρασμού των υπηρεσιών. Σε ένα ρομαντικό [9] φαντασιακό όλοι μπορούν να γίνουν μικροί επιχειρηματίες με μόνο επενδυτικό κεφάλαιο το σπίτι τους, το προσωπικό τους γούστο και τη γειτονιά όπου ζουν.

Το προϊόν τουρισμός και τα παράγωγά του δημιουργούν ακραίες δυναμικές διαμόρφωσης της αγοράς, χωρίς να χρειάζεται η παρέμβαση κάποιου εξωγενούς παράγοντα. Εάν οι επενδυτικοί (τραπεζικοί) όμιλοι της δεκαετίας του ‘00 έχουν κατοχυρωθεί στο συλλογικό ασυνείδητο ως φορείς εξώσεων των ανθρώπων από τα σπίτια τους, σήμερα έχει επέλθει μία ανατριχιαστική αυτορρύθμιση. Οι ιδιοκτήτες διώχνουν τους ενοικιαστές από τα σπίτια τους (τα πάλαι ποτέ υποθηκευμένα), για να βουτήξουν στα γρήγορα κέρδη των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Οι ενοικιαστές εξαναγκάζονται άμεσα από τους ιδιοκτήτες τους να υπενοικιάσουν το σπίτι όπου μένουν, αποδίδοντας στους δεύτερους το ανάλογο μερίδιο. Εξαναγκάζονται και έμμεσα, καθώς αυτός είναι ο μόνος τρόπος να ανταποκριθούν στην αποπληρωμή του ενοικίου που ολοένα αυξάνεται. Φυσικά για μια γειτονιά που χτίζει το προφίλ της γύρω από ένα εναλλακτικό και νεανικό lifestyle και που δοκιμάζει τις καινοτομίες της σύγχρονης εποχής, η βραχυχρόνια μίσθωση ενός διαμερίσματος μετατρέπεται, κυρίως, σε στοιχείο ταυτότητας ενός ανθρώπου που έχει όραμα, είναι κοινωνικός και σίγουρα... είναι ευρωπαίος. Αρκετοί απ’ αυτούς έχουν ταξιδέψει στο εξωτερικό, έχουν κάνει χρήση της βραχυχρόνιας μίσθωσης εκεί, και μεταφέρουν την εμπειρία τους, στα του οίκου τους.

 

 

Α2. Οι επενδυτικοί όμιλοι

Πριν τρία χρόνια όλοι ήταν διστακτικοί, κάποιοι μπέρδευαν το Airbnb με την RnB και οι αγγελίες στη χρυσή ευκαιρία δεν αναφέρανε καν την επίμαχη λέξη αλλά μιλούσαν για τουριστικές επιχειρήσεις ή τουριστικά γραφεία που ψάχνουν διαμερίσματα:

 

Τη δουλειά τη βρήκα μέσω αγγελίας στη Χρυσή Ευκαιρία. Ζητείται πολιτικός μηχανικός για αξιολόγηση ακινήτων. Οπότε στην ουσία εγώ υποτίθεται ότι θα πήγαινα να κάνω αξιολόγηση των ακινήτων προς πώληση. Αν το ακίνητο είναι καλό, ποιες είναι οι προδιαγραφές του και τέτοια. Θα κάνεις μια αξιολόγηση του διαμερίσματος, του κτιρίου, σε τι κατάσταση βρίσκεται [...] Εγώ περίμενα ότι θα είναι κάτι πιο σοβαρό να σου πω την αλήθεια, από την άποψη ότι περίμενα να κάνω εκτιμήσεις ακινήτων. Αλλά ήταν τελείως fast food η κατάσταση, δεν τους ένοιαζε, δεν τις λάμβαναν και πολύ υπόψη, ήθελαν απλά ότι πουλούσε [10].

 

Με τη φορολόγηση της κατοικίας η μόνιμη ιδιοκτησία γίνεται πλέον κινούμενο κεφάλαιο, ενώ οι οικογενειακοί και κληρονομικοί δεσμοί δεκαετιών εμβολίζονται από τους νόμους του εμπορεύματος. Αυτό που περνούσε από τους γονείς στα παιδιά ως μέσο εξασφάλισης, ως ένα σίγουρο εργαλείο αποταμίευσης για το μέλλον πλέον γίνεται κεφάλαιο που «λιμνάζει» και πρέπει να αξιοποιηθεί.

           

Η αυξητική τάση στις τιμές των ενοικίων έχει να κάνει πρώτον με την υποτίμηση των ακινήτων που συντελέστηκε τα τελευταία χρόνια, με τους ιδιώτες που προσπαθούν να διώξουν ακίνητα από τα χέρια τους (λόγω ΕΝΦΙΑ, ένα κάρο φόροι, δεν έχουν την δυνατότητα οι ίδιοι να τα αξιοποιήσουν, να τα ανακαινίσουν, να τα χρησιμοποιήσουν με κάποιον τρόπο), και συνδέεται άμεσα με το αυξημένο ενδιαφέρον για μια αγορά που ανοίχτηκε τώρα [...] Διάφοροι επενδυτικοί όμιλοι, οι οποίοι θεωρούν ότι τώρα είναι μια καλή ευκαιρία επένδυσης. Έχουν εμπλακεί και ιδιώτες που έχουν την οικονομική άνεση, έχουν αντιληφθεί την κίνηση, την επενδυτική ευκαιρία που υπάρχει και αναζητούν να αγοράσουν ακίνητα. Υπάρχει ένα πλάνο που λέει ότι αγοράζεις ένα ακίνητο, ξοδεύεις κάποια λεφτά στην ανακαίνισή του και μέσω της βραχυχρόνιας μίσθωσης έχεις αρκετά αυξημένες απολαβές. Μπορείς να κάνεις απόσβεση σε σύντομο χρονικό διάστημα, ίσως σε 2-3 χρόνια και μετά έχεις στα χέρια σου ένα ανακαινισμένο διαμέρισμα ή κτίσμα [...]

 

[..] Έχει και την άνεση [η εταιρεία μου] από την άποψη ότι συνεργάζεται με συγκεκριμένα μεσιτικά γραφεία, ότι έχει τους δικούς της ανθρώπους που μπορεί να έρθει σε επαφή να προσεγγίζουν κόσμο και σίγουρα αν την θεωρεί σκόπιμο, καλή εκπαίδευση που θα αποφέρει κέρδος μπορεί και να χτυπήσει την τιμή ενός ιδιώτη […]

[11].

 

Σιγά σιγά επήλθε η απενεχοποίηση, μέσα από μια κοινωνική διαδρομή που ήθελε τη χώρα να αναπτύσσεται, τους νέους να βρίσκουν δουλειές και την αγαπημένη μας γειτονιά, το «μικρό Παρίσι» όπως το ονόμασαν, να διαφημίζει την πατρίδα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Το Κουκάκι κατέχει την 7η θέση παγκοσμίως στις γειτονιές με τις περισσότερες βραχυχρόνιες μισθώσεις. Σε αυτό το πλαίσιο νέες εταιρείες συγκροτούνται, οι οποίες είτε αγοράζουν ακίνητα είτε αναλαμβάνουν τη διαχείρισή τους.

 

Η εταιρία μου έχει κάποια ιδιόκτητα διαμερίσματα στο όνομα της και τα διαχειρίζεται εδώ και πολύ καιρό. Η άλλη περίπτωση είναι ένας ιδιοκτήτης που έχει προσεγγίσει την εταιρεία προκειμένου να δώσει τη διαχείριση του διαμερίσματός του, με σκοπό την ενοικίασή του μέσω της Airbnb ή της Booking [12].

 

Τα μεσιτικά γραφεία αλλάζουν τον κύκλο εργασιών τους. Το νέο «ποιοτικό» τους στοιχείο είναι η έμμεση κερδοφορία μέσα από πλεκτάνες, η οποία δεν είναι απλώς παράπλευρη δραστηριότητα αλλά αποτελεί μια υπολογισμένη παράμετρο του καταμερισμού εργασίας.

 

Είναι το καινούργιο πεδίο κερδοφορίας, και από την άλλη δεν υπάρχουν τόσοι πολλοί ιδιώτες που θέλουν να δώσουν το σπίτι τους προς ενοικίαση. Έχει μεταφερθεί το κομμάτι της δουλειάς τους [προς] τις αγοροπωλησίες. Στις ενοικιάσεις παραμένουν αλλά με πολύ υψηλότερα ενοίκια [13].

 

 Η Αθήνα σήμερα κατέχει τη 2η θέση (με ποσοστό 53 %) μεταξύ 18 ευρωπαϊκών πόλεων, όσον αφορά τον αριθμό των ακινήτων που διατίθενται προς βραχυχρόνια μίσθωση και βρίσκονται στα χέρια επαγγελματιών και επενδυτών του κλάδου [14].

 

Υπάρχουν εταιρείες που κάνουν μόνο αυτό. Από πέρυσι σίγουρα διπλασιάστηκαν [...] Εμείς που κάναμε έρευνα διαπιστώσαμε πως στην Αθήνα μόνο, πάνω από 20 εταιρείες ασχολούνται με τη διαχείριση και μία από αυτές που είναι πολύ γνωστή, η Eazybnb, έχει πάνω από 90 διαμερίσματα που διαχειρίζεται. Μια άλλη εταιρεία λίγο διαφορετική, η Blue ground, διαθέτει διαμερίσματα για 1-2 μήνες, δηλαδή όχι με ημερήσιο μίσθωμα αλλά με μηνιαίο. Αυτοί έχουν εκατοντάδες διαμερίσματα αυτήν τη στιγμή. Εταιρείες που ασχολούνται με τη διαχείριση έχουν από 10 σπίτια μέχρι 100 και παραπάνω [...] Υπάρχουν πολλές διαφορετικές εταιρείες, κάποιες ήδη αυτήν τη δουλειά την έχουν κάνει σε άλλες πόλεις όπως στο Λονδίνο, στη Βαρκελώνη, στο Βερολίνο. Αυτές οι εταιρείες ξέρουν τη δουλειά, την έχουν δοκιμάσει και όταν ήρθε η σειρά της Αθήνας, με την αύξηση του τουρισμού, και βλέπανε ότι υπάρχει ανάγκη για σπίτια μπήκαν στην αγορά και άρχισαν να νοικιάζουν, να αγοράζουν και να ανακαινίζουν [15].

 

 

Β. Το επενδυτικό πρόγραμμα των Golden Visa

Σύμφωνα με τον νόμο του 2013, οι πολίτες τρίτων χωρών που θα επενδύσουν 250 χιλιάδες ευρώ σε ακίνητα στην Ελλάδα δικαιούνται πενταετή άδεια διαμονής (ιθαγένεια) στη χώρα. Στην πραγματικότητα το σημείο κλειδί της παραπάνω περιγραφής του νόμου δεν είναι η απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας. Είναι η δυνατότητα που ανοίγεται στους επενδυτές, μέσω αυτής, να κινούνται ως ευρωπαίοι πολίτες στις χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης, επεκτείνοντας τις εμπορικές και επενδυτικές τους μπίζνες. Το ελληνικό κράτος σήμερα παρέχει τη δεύτερη φθηνότερη Golden Visa από όλες της χώρες της Ευρωπαϊκής ένωσης [16]. Αυτή η κίνηση αποτέλεσε την πολιτική επιλογή ανασυγκρότησης της αγοράς των ακινήτων, σε μια περίοδο που οι τράπεζες φαίνεται να συγκεντρώνουν στο περιουσιολόγιό τους, πλήθος υποθηκευμένων και κατασχεμένων ακινήτων, τα οποία όμως αποτελούν λιμνάζον κεφάλαιο που δεν τους προσφέρει ρευστότητα [17].

 

Το 2012, η Κίνα ξεκίνησε μια πρωτοβουλία εμπορικής επέκτασης και διασύνδεσης με κράτη της κεντρικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης, με τον εύγλωττο τίτλο «ο νέος δρόμος του μεταξιού». Αυτό το επενδυτικό σχέδιο «μία ζώνη, ένας δρόμος» (Belt and Road) περιλαμβάνει επενδύσεις σε υποδομές και τηλεπικοινωνίες για 64 χώρες και χρηματοδοτείται με 800 δις δολάρια από την China Development Bank. Η Κίνα συμπεριέλαβε σε αυτό το σχέδιο το εμπορικό λιμάνι του Πειραιά και το ελληνικό κράτος εμφανίζεται πρόθυμο να προσελκύσει ή και να διατηρήσει τις όποιες προοπτικές ανοίγονται. Τα τελευταία τρία χρόνια, ο Τσίπρας έχει επισκεφθεί τρεις φορές την Κίνα μαζί με ένα σύνολο επιχειρηματιών, προκειμένου να διαπραγματευθεί τους όρους του επενδυτικού μπρα-ντε-φέρ [18]. Εάν στο κεφάλι του κινέζικου δράκου βρίσκεται η επένδυση της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, πολύ πριν φτάσουμε στην ουρά του θα συναντήσουμε τους σχεδιασμούς προσέλκυσης κτηματομεσιτικών επενδύσεων. Αυτές αγγίζουν το 1 δις στο σύνολο των 7 δισεκατομμυρίων ευρώ, που προέρχονται από κινέζικες επενδύσεις στο εμπόριο, στην ενέργεια, στις υποδομές, στην ναυτιλία και σε ομόλογα.

Τι συμβαίνει λοιπόν, με αυτή την επενδυτική ευκαιρία που προσφέρει και επεκτείνει [19] το ελληνικό κράτος και λέγεται Golden Visa;

 

Για να φτιαχτούν αυτές οι εταιρείες, σε ευρωπαϊκές χώρες, το κινέζικο κράτος είπε: θα σας αφήσω να κάνετε εταιρείες, να φύγει κόσμος, να αγοράσει σπίτια στην Ελλάδα ή σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα αλλά θέλω το 50 %. Τους έλεγε για παράδειγμα, θα πουλήσεις ένα σπίτι 250 χιλιάδες, θα πάρεις εσύ 10-15 χιλιάδες, θέλω εγώ τα 7,5 χιλιάρικα. Οπότε έτσι ξεκίνησε κάτι άλλο που το έμαθα αργότερα. Αυτοί φέρνανε μαύρο χρήμα από την Κίνα. Για ποιο λόγο; Γιατί είχανε βρει ένα κόλπο για να αποφύγουν τη φορολόγηση, δεν τους συνέφερε το κινέζικο κράτος να τους παίρνει τα μισά λεφτά. Οπότε υπερτιμολογούσαν τα ακίνητα. Tα αγόραζε κάποιος Έλληνας στην αρχή με μαύρα χρήματα από την Κίνα, ο οποίος έπαιρνε αυτά τα χρήματα κάπως σαν δάνειο, και τα μεταπουλούσαν όσο ήθελαν. Για παράδειγμα: έχουν φέρει μαύρο χρήμα από την Κίνα π.χ. 100 χιλιάρικα, τα δίνουν σε έναν Έλληνα, αυτός μεσολαβεί και τους αγοράζει ένα σπίτι 100 χιλιάρικα, οπότε το κινέζικο κράτος θα πάρει από τα 100 χιλιάρικα. Στη συνέχεια το πουλάνε για 250 χιλιάρικα [20].

 

Οι κινέζοι επενδυτές / επιχειρηματίες αναζητούν σπίτια στα προάστια εάν σκοπεύουν να μείνουν οι ίδιοι με τις οικογένειές τους και στο κέντρο της Αθήνας εάν η επένδυση αποτελεί απλά όχημα για να μπουν στην αγορά της ευρωπαϊκής ένωσης.

 

Μαρούσι ή Κηφισιά συνήθως, σε αυτά τα ακίνητα μένανε. Υπήρχαν και άδεια, αλλά μένανε. Αυτά που δεν μένανε συνήθως ήταν σε περιοχές που τους τα πουλήσανε για να πάρουν τη βίζα, μπορεί να αγοράζανε κάποιο στον Ν. Κόσμο και το άφηναν κλειστό […] Είχα στον Ν. Κόσμο, στο Κουκάκι [...] Κυνήγαγαν πάρα πολύ τις προσφορές και τα φθηνά ακίνητα. Σε φάση έρχεται πελάτης σε 2 βδομάδες, βρείτε μου ακίνητα των 60 χιλιάδων, καλά [21].

 

Συνήθως οι Κινέζοι επιλέγουν είτε παραθαλάσσιες τοποθεσίες, όταν πρόκειται για προσωπική χρήση, είτε το κέντρο της πόλης για επενδυτικές δραστηριότητες και βραχυχρόνιες μισθώσεις [22].

 

 Η εταιρεία μέσω της Κίνας βρίσκει κάποιους πελάτες. Οι πελάτες θέλουν κάποια συγκεκριμένα ακίνητα. Οπότε τον φέρνουν στην Ελλάδα, μένει για ένα διάστημα 1-2 βδομάδες και τον κάνουν τουρ στα ακίνητα. Κανονίζουν δηλαδή κάθε μέρα να βλέπει 7 ακίνητα, για 5 μέρες. Τις άλλες μέρες μπορεί να κάνει και λίγο διακοπές. Και μετά επιλέγει ποιο [ακίνητο] θα αγοράσει σε συνδυασμό με τις τράπεζες και τους συμβολαιογράφους. Γιατί στην αρχή το γραφείο συνεργαζόταν με δικηγόρο, με συμβολαιογράφο και με τις τράπεζες, οι οποίοι συνεννοούνταν μεταξύ τους για την ολοκλήρωση της αγοράς του ακινήτου στην Ελλάδα [23].

 

Η αγοραπωλησία ολοκληρώνεται, ο αγοραστής ταξιδεύει πάλι πίσω στην Κίνα και η εταιρεία που διαμεσολάβησε για την πώληση αναλαμβάνει τη διαχείριση του ακινήτου. Εδώ δημιουργείται εκείνο το «δημιουργικό κενό» που αποφέρει ρευστό χρήμα στα ταμεία των εταιρειών διαχείρισης [24].

 

 Κάποια τα διαχειριζόμασταν, απλά πληρώναμε τους λογαριασμούς και τίποτα άλλο, κάποια τα κάναμε Airbnb. Μερικά τα νοικιάζαμε σε κάποιον, αν ο ιδιοκτήτης έλεγε πως θέλει μηνιαίο εισόδημα [...] Πολύ λίγα ήταν αυτά που τα νοικιάζανε. Πάρα πολλά ήταν κλειστά. Σε πολλά είχαν φάει και τα λεφτά. Και λέγανε ότι θα τα διαχειριστούν και δεν έκαναν τίποτα. Σε κάποια που ήταν πιο σχολαστικός ο Κινέζος τα νοικιάζανε ή τα κάνανε Airbnb. [...] Αν η εταιρεία αναλάμβανε τη διαχείριση του διαμερίσματος ήταν μια έξτρα υπηρεσία. Μπορεί να τους έδινε 20 χιλιάρικα για δύο χρόνια. [...] Αν ο ιδιοκτήτης ρωτούσε τι γίνεται με τη διαχείριση κανονίζανε άλλα πράγματα, να του δώσουν κάποια χρήματα, να τρέξουν να το νοικιάσουν. Όταν κάποια στιγμή ο ιδιοκτήτης αποφάσιζε να το κάνει κάτι τρέχανε να κάνουν κάτι, να το νοικιάσουνε, να το κάνουν Airbnb, να το φτιάξουν. Είχε συμβεί πολλές φορές σε ένα ακίνητο που ήταν κλειστό καιρό, ο Κινέζος να πει έρχομαι να μείνω... Υπήρχαν και αυτά, έρχονταν μια φορά τον χρόνο να μείνουν. Εκεί τρέχαμε και το φτιάχναμε [25].

 

Το τελικό αποτέλεσμα είναι πολλά ακίνητα να παραμένουν κλειστά και να μην διατίθενται καν προς ενοικίαση.

 

Κάποιος ήθελε ένα μεγάλο ακίνητο σε καλή περιοχή, Κηφισιά, Γλυφάδα, Βούλα. Μπορεί να θέλανε κάποιο καλό ακίνητο σ’ αυτές τις περιοχές. Τα 250 χιλιάρικα σύνολο δεν είναι σίγουρο ότι θα πάνε σε ένα ακίνητο. Μπορεί να είναι και άθροισμα ακινήτων. Μπορείς να πάρεις 3 των 100 χιλιάδων. Το σύνολο μετράει. Υπήρχαν οι πελάτες που θέλανε 3 μικρά, των 80, 80 και 100 χιλιάδων. Αυτοί τα επιλέγανε και με επενδυτικά κριτήρια, γιατί πάντα υπήρχε μια συζήτηση. Τους συμβουλεύανε ότι αυτό θα έχει μελλοντική ανάπτυξη, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο ήταν ρεαλιστική. Λέγαν στην αρχή ότι ήθελαν να τα αξιοποιήσουν μα στο τέλος τα παρατάγανε και μένανε κλειστά. Εγώ ήξερα πολλά ακίνητα που ήταν κλειστά, μαζευόντουσαν λογαριασμοί απ’ έξω, δεν πήγαινε κανένας να ασχοληθεί [...] Εμείς, όταν πήγα στην εταιρία, είχαμε 200 ακίνητα και απ’ αυτά νοικιάζονταν τα 60 [26].

 

Η φούσκα ξέρεις πώς θα γίνει; Όταν όλοι αυτοί αγοράζουν και μένουν κενά τα διαμερίσματά τους. Αυτή είναι η φούσκα. Θα υπάρχουν πάρα πολλά κλειστά διαμερίσματα, που ανήκουν σε ανθρώπους τρίτων χωρών για την Golden Visa, οι οποίοι ναι μεν τα αφήνουν σε εταιρείες για να τα διαχειριστούνε αλλά οι άλλοι επειδή η διαχείρισή τους θέλει προσωπικό και έχει λειτουργικό κόστος τα αφήνουν κλειστά. Εγώ ξέρω τέτοιες περιπτώσεις γιατί δουλεύω με αυτούς, μία εταιρεία έχει 15 κλειστά. Αυτά που πουλήθηκαν με Golden Visa δεν τα νοικιάζουν. Θα μπορούσαν να τα νοικιάσουν έξω φθηνά. Η διαχείρισή τους, ξαναλέω, βάλε έναν ενοικιαστή, κυνήγησέ τον να σου βάλει τα λεφτά, θέλει ανθρώπους να ασχολούνται με αυτό. Τα λειτουργικά τους είναι περισσότερα, οπότε τα αφήνουν κλειστά. Άλλο ένα θέμα που ανεβάζει τις τιμές των ενοικίων. Θα ανέβεις γιατί είναι κλειστά τα Πετράλωνα και το Κουκάκι, θα πας στο Μενίδι να μείνεις. Θα θέλεις να κατέβεις; Θα πας στην Ά. Ηλιούπολη που είναι λιγότερο τουριστικά [27].

 

Η εταιρεία τσεπώνει τα χρήματα της αγοραπωλησίας και περιορίζει στο μηδενικό τα λειτουργικά έξοδα της υποτιθέμενης διαχείρισης του ακινήτου, εφόσον το κρατάει κλειστό. Ο Κινέζος επενδυτής εξασφαλίζει τα προαπαιτούμενα για να αποκτήσει την Golden Visa και να συνεχίσει τα επενδυτικά και εμπορικά του σχέδια σε ευρωπαϊκό έδαφος. Και εμείς, οι ενοικιαστές, αναζητούμε στις αγγελίες και στα ενοικιαστήρια ένα διαμέρισμα για να μείνουμε. Τη στιγμή που η αγορά και τα σόσιαλ μίντια ανακυκλώνουν αόριστες φήμες ή και βάσιμες πληροφορίες για κάποιον Κινέζο που αγόρασε εκατοντάδες διαμερίσματα στην τάδε ή την δείνα περιοχή, η κοινωνική χωροταξία της πόλης και των γειτονιών μας ασφυκτιά και επαναδιαμορφώνεται χωρίς να μας εμπεριέχει. Τα κλειστά διαμερίσματα είναι ένα νεκρό κεφάλαιο για τους ανθρώπους αυτής της πόλης που ψάχνονται και συνεχώς μετακομίζουν. Ένα επενδυτικό κεφάλαιο για τα αφεντικά των κτηματομεσιτικών κύκλων, το οποίο προσφέρει κέρδος μέσα από την επιτηδευμένη απονέκρωσή του, περιμένοντας τη στιγμή που θα «ζωντανέψει» για θα μπει, ξανά, στην αγορά. Εκεί που ακούμε από τα χείλη των αφεντικών για επενδυτικές ευκαιρίες εμείς ψάχνουμε για εκείνη την ευκαιρία ενός αξιοπρεπούς σπιτιού, το οποίο να μην απαιτεί τον μισό μισθό μας. Αλήθεια, υπάρχει κάποιος που χαίρεται για το αν η Αθήνα είναι η 14η ελκυστικότερη πόλη της Ευρώπης σε επενδύσεις real estate; Αυτή η «monopoly» αφορά τους επενδυτές και ιδιοκτήτες και όχι τους εργαζόμενους / φοιτητές, που έχουν ανάγκη από ένα σπίτι για να ζήσουν.

Γ. Ξενοδοχεία σαν... πολυτελή μανιτάρια

 

Οι αριθμητικοί δείκτες με το σύνολο των τουριστικών αφίξεων αποτελούν συχνά την εισαγωγή των περισσοτέρων άρθρων, που ετοιμάζονται να μιλήσουν για τον αστικό τουρισμό στην Αθήνα. Στην περίπτωση του ξενοδοχειακού κλάδου, αυτά τα νούμερα είναι και μια έμμεση τεκμηρίωση για τις συνεχείς ανακοινώσεις ελληνικών αλλά και διεθνών επιχειρηματικών ομίλων, σχετικά με τις επενδύσεις τους στο κέντρο της πόλης. Αυτές οι αναλύσεις αποτελούν το σημείο όπου ξενοδοχεία και βραχυχρόνιες μισθώσεις συναντιούνται, ανταγωνίζονται αλλά στο τέλος βγαίνουν και οι δύο χορτάτοι από αυτή την τουριστική «πίτα».

 

Υπάρχει μια πραγματικότητα, χρόνο με τον χρόνο οι τουρίστες που έρχονται και μένουν, έστω και για ένα μικρό χρονικό διάστημα στην πόλη, αυξάνονται. Υπάρχει βέβαια και μια άλλη πλευρά της ίδιας πραγματικότητας, εάν κάποιος μελετήσει και κάνει τις αναλογίες ανάμεσα στα ακέραια νούμερα. Το δυναμικό των ξενοδοχείων δεν επαρκεί για να καλύψει την ανάγκη διαμονής όλων αυτών των ανθρώπων, οπότε και οι βραχυχρόνιες μισθώσεις καλύπτουν σχηματικά ένα τέτοιο κενό. Φυσικά στο ενδιάμεσο, επειδή πέρα από τις ποσοτικές συνιστώσες υπάρχουν και οι ποιοτικές, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις καλύπτουν επιπλέον την ανάγκη φθηνών και «βιωματικών» διακοπών, τη στιγμή που τα ξενοδοχεία έρχονται να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις ενός «πολυτελούς τουρισμού» [28] ή διαφόρων ειδών συνεδριακού τουρισμού.

 

Εάν η Πειραιώς είναι ένας άξονας πολιτισμού με ΦΕΚ, η λεωφόρος Συγγρού έμελλε να γίνει η de facto «λεωφόρος του πολιτισμού», προσελκύοντας πολλές και διαφορετικές επενδύσεις. Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, το Ευγενίδειο Ίδρυμα και το Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος αποτελούν το πολιτιστικό κεφάλαιο της λεωφόρου, μήκους 5 χιλιομέτρων. Στο ενδιάμεσο υπάρχει μια πολυποίκιλη ζώνη διασκέδασης, το Κουκάκι, η οποία απέχει 5 λεπτά με το αυτοκίνητο από το πιο μακρινό πρότζεκτ πολιτισμού. Οι ξενοδοχειακοί όμιλοι βρίσκουν στρωμένο και έφορο έδαφος για να επενδύσουν στην περιοχή [29].

 

Η γειτονιά του Κουκακίου δεν διατηρεί μόνο το πλεονέκτημα της εγγύτητάς της με τα τουριστικά μνημεία της Αθήνας. Λειτουργεί παράλληλα και σαν περιφερειακό προϊόν προς πώληση, καθώς προσφέρει αυτό που συνθέτει την καρδιά του αστικού τουρισμού, την πολυπόθητη «εμπειρία της πόλης». Στη Ζαν Μωρέας και Φαλήρου ένα καινούργιο τέτοιο ξενοδοχείο ετοιμάζεται:

 

Θα το κάνουν vip. Να καταλάβεις τρεις όροφοι ανά δυο δωμάτια και ένας όροφος στον τέταρτο που θα είναι 70 τ.μ. Τα υπόλοιπα θα είναι από 50 τ.μ.. Ο ιδιοκτήτης θέλει η χρήση τους να είναι vip. Να έχουν γραφείο, ίντερνετ, εντάξει αυτά τα έχουν όλα, αλλά να είναι ακόμα πιο επαγγελματικά και πολυτελείας. Το ξενοδοχείο κοιτάει προς το επιχειρηματικό λόμπι της Συγγρού. Μην ξεχνάτε ότι στη Συγγρού που έχει γύρω γύρω τα ξενοδοχεία και που φτιάχνονται καινούργια ενδιαφέρονται πρώτα για τους επαγγελματίες και μετά για τους τουρίστες. Το Airbnb τον ίδιο χώρο θα τον μοίραζε σε πολλά μικρά δωμάτια ή θα τον έκανε με κουκέτες για να μαζεύει πολύ κόσμο, 25-30 ευρώ την ημέρα.

 

[…] Ο πελάτης μου δεν το θέλει αυτό. Και πιστεύω ότι αυτό που θα προχωρήσει είναι να ανακαινίζεις σωστά για να ανεβάζεις την ποιότητά σου. Όσο κοιτάς να μαζεύεις στην τσέπη σου λεφτά και να μη βάζεις ότι να ναι κόσμο, και χειρότερο κόσμο θα φέρνεις και θα γυρνάει μπούμερανγκ. Πρέπει η ποιότητα να προσεχθεί. Είναι σημαντική [30].

 

Μέσα στην καρδιά του χειμώνα που μας πέρασε ο Αλέξανδρος Βασιλικός, πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου με ένα άρθρο του στην εφημερίδα Τα Νέα, αντί να κλαψουρίζει για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις φρόντισε να τις χρησιμοποιήσει σαν εργαλείο για να διεκδικήσει τα συμφέροντά του κλάδου: «Σήμερα, το ξενοδοχείο σηκώνει δυσθεώρητα βάρη (φορολογικά, ασφαλιστικά, πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων), τα οποία ροκανίζουν την ανταγωνιστικότητά μας. Για να μπορέσουμε πραγματικά να διαμορφώσουμε μια ιδανική σχέση ποιότητας / τιμής, ώστε η ελληνική φιλοξενία να συνεχίσει να είναι ελκυστική μέσα στις νέες συνθήκες ανταγωνισμού, θα πρέπει από την πλευρά της πολιτείας να ληφθούν γρήγορα μέτρα. Μονόδρομος είναι η ελάφρυνση των βαρών του ξενοδοχείου, προκειμένου αυτό να αποκτήσει την απαραίτητη ευελιξία και να συνεχίσει να προσφέρει στην οικονομία και στην κοινωνία» [31]. Ο κύριος πρόεδρος επίτηδες σε ολόκληρο το άρθρο δεν θα χρησιμοποιήσει ούτε μία φορά τη λέξη Airbnb (όπως θα περίμενε κάποια τυχαία αναγνώστρια), δεν θα μιλήσει για τον φοροδιαφυγικό ανταγωνισμό των βραχυχρόνιων μισθώσεων αλλά θα ζητήσει φοροαπαλλαγές για τον κλάδο του, ένα αίτημα ναι μεν βραχυπρόθεσμο αλλά με μακροπρόθεσμες επεκτάσεις, από τη στιγμή που θα γίνει αποδεκτό.

Απ' άκρη σε άκρη της πόλης

Όλη αυτή η δραστηριότητα δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα ή νέες παράλληλες πραγματικότητες. Η πόλη χαρτογραφείται, οι a priori τουριστικές της ζώνες συνεχώς επεκτείνονται και στην Αθήνα αναβιώνει τη monopoly των παιδικών μας χρόνων.

 

Ανθρωπογεωγραφική ανάλυση για την πόλη έχει γίνει αλλά δεν καθορίζει αυτή τις κινήσεις [της εταιρείας]. Την αντιμετωπίζει ενιαία, σαν κέντρο της Αθήνας και θα προσεγγίσει τον τουρίστα που θα θέλει να δει αυτό το κέντρο.  Ναι, εκεί θα υπάρξουν κάποιες υποκατηγοριοποιήσεις, ένας λίγο εναλλακτικός τουρισμός ο οποίος θα προσεγγίσει τα Εξάρχεια ή ένας πιο σοβαρός, οικογενειακός τουρισμός ο οποίος θα αποφύγει τα Εξάρχεια γιατί έχει ακούσει και έχει διαβάσει [32].

 

Ο κτηματομεσιτικός κύκλος εργασιών εκτείνεται πέρα από το τουριστικό κέντρο της πόλης. Από τα νότια προάστια που παρέχουν το κεφάλαιο για βραχυχρόνιες μισθώσεις υψηλών παροχών και επενδύσεις με σκοπό την απόκτηση Golden Visa, στις υποβαθμισμένες περιοχές πέριξ της Λιοσίων και της Αχαρνών, μέχρι και τα Πατήσια.

 

Στην πώληση δεν υπάρχει τιμοκατάλογος. Όπου γουστάρει τα δίνει ο καθένας. Μπορεί τα 100 τ.μ. να τα βρεις 100 χιλιάρικα, μπορεί ο άλλος που δεν έχει ανάγκη να σου ζητήσει 200 ή μπορεί ο άλλος που καίγεται να σου πει δώσε μου 50 χιλιάδες και παρ’ το. Πάντα υπάρχει κάποιος πρόθυμος να στα δώσει. Οι Κινέζοι που έχουν ξεχυθεί αγοράζουν Πατησίων, Αχαρνών, Λιοσίων με ένα πλαφόν γύρω στα 12-15 χιλιάρικα [33].

 

Κάποια στιγμή άρχισαν να δίνουν και στα Πατήσια διαμερίσματα, είχανε καινούργια εκεί... Συνάντησα και κάτι άλλο, άσχετο με αυτό: υπάρχουν πάρα πολλά διαμερίσματα σε περιοχές που δεν είναι αναβαθμισμένες όπως τα Πατήσια, τα οποία σαπίζουν από μόνα τους χωρίς τους Κινέζους. Γιατί τα είχανε φτιάξει οι κατασκευαστές, τα τελειώσανε, δεν πουλήθηκαν ποτέ και μένουν άδεια. Είχα πάει σε πάρα πολλά. Ολόκληρες πολυκατοικίες στα Πατήσια είναι άδειες γιατί κατασκευάστηκαν σε καλές περιόδους έβαλε λεφτά ο εργολάβος, τα έφτιαξε, ξέμειναν, έπεσε η κρίση και μείναν να σαπίζουν τα διαμερίσματα. Εμείς τα βλέπαμε γιατί πηγαίναμε να τα αγοράσουμε υποτίθεται [34].

 

 

Οι δορυφόροι των βραχυχρόνιων μισθώσεων

Γύρω από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις αναπτύσσεται ένας κύκλος εργασιών, ο οποίος ξαναβάζει στην αγορά εργασίας ένα πλήθος ειδικοτήτων ξεχασμένων ή παρηκμασμένων. Το ότι αυτός ο κύκλος εργασιών συνεχώς διευρύνεται δεν μας το πιστοποιούν κάποια μακρινά νούμερα αλλά η ίδια η εμπειρική παρατήρηση. Όλο και περισσότεροι φίλοι και γνωστοί μας εργάζονται σε έναν κλάδο που στην καλύτερη χαρακτηρίζονταν μέχρι πρόσφατα από ένα θολό πλαίσιο, ως προς τη διάρθρωση και λειτουργία του και στη χειρότερη καβατζωνόταν πίσω από υπογεγραμμένα πιστοποιητικά εχεμύθειας.

 

Η οικοδομική δραστηριότητα επανενεργοποιείται, μεταξύ του 2017 και του 2018 δεν έχει αυξηθεί μόνο ο αριθμός των οικοδομικών αδειών αλλά και το σύνολο του όγκου ή της επιφάνειας των ανεγειρόμενων κτισμάτων, κάτι που δείχνει ότι μιλάμε για μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες εντός του ιστού της πόλης αλλά και στα νησιά [35]. Τα μαστόρια της δεκαετίας του ΄90 τα ξανασυναντάμε, αν σηκώσουμε το κεφάλι ψηλά, σε σκαλωσιές και γιαπιά.

 

Δουλεύουμε με ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς, πατωματζήδες που φτιάχνουνε το δάπεδο, ξυλουργούς, γιατί μπορεί να θέλω να κάνω αλλαγές μέσα στον χώρο custom για να μπορώ να εκμεταλλευτώ κάποια γωνία που μου φαίνεται κενή και δεν υπάρχει κάτι το οποίο μπορεί να μου τη γεμίσει. Μπορεί να φτιάξω π.χ. ραφάκια, να φωνάξω τον ξυλουργό να μου τα φτιάξει. Ο μηχανικός, εγώ, ο πλακάς, ο μπογιατζής, ο τεχνικός για το air condition εάν χρειαστεί, εάν δεν υπάρχει εγκατάσταση [36].

Οι εργολάβοι συγκροτούν ένα εργατικό δίκτυο και διαμεσολαβούν εκεί όπου ανοίγουν οι δουλειές.

 

Συνεργάζομαι με όλες τις ειδικότητες: πλακά, ηλεκτρολόγο, υδραυλικό, αλουμινά. Ό,τι υπάρχει σε ένα ακίνητο. Έχω εξωτερικά συνεργεία, συνεργάτες και ό,τι χρειάζομαι το βρίσκω. Μπορεί να έχω 1 άτομο, μπορεί και 150 την ίδια ώρα. Δεν τους έχω υπαλλήλους, δηλαδή να τους έχω στο ΙΚΑ και κάθε μέρα να τους παίρνω για δουλειά. Δεν είμαι ΑΚΤΩΡας. Αν έχει ανάγκη από 5 εργάτες η αγορά, θα έχω 5. Αν έχει 15, 15. Είναι θέμα προσφοράς. Τι κάνω εγώ; Επειδή με αυτούς δουλεύω όλο τον χρόνο μαζί, έχω άλλες τιμές. Προσφέρω στον πελάτη. Όταν θα πάει ο άλλος από μόνος του θα είναι πιο ακριβός από μένα που θα έχω και τον έλεγχο και την επίβλεψη και την ποιότητα της δουλειάς και τον χρόνο. Γιατί ο χρόνος είναι το Α και το Ω σε αυτές τις δουλειές. Εκεί βασίζεται και το κοστολόγιο σε αυτές τις δουλειές, στον χρόνο. Τους λύνω το θέμα της δουλειάς τους και το οικονομικό. Δεν ασχολούνται καθόλου αυτοί με τους πελάτες, που θα αναγκάζονταν να το κάνουν αν ήταν μόνοι τους, δεν χάνουν ώρες εργασίας, είναι συγκεντρωμένοι, ξέρω τη δουλειά τους, ελέγχω την ποιότητά τους και τους έχω συνεργάτες. Άλλοι δουλεύουν αλλιώς. Έχουν εργάτες, τους έχουν στον μισθό, τους δίνουν μηνιάτικα. Μετά πληρώνουν τον εργοδηγό που είναι από πάνω τους. Είμαι από το ‘83 σ’ αυτήν τη δουλειά, έχω περάσει από κατασκευαστικές, θεωρώ ότι σ’ αυτές τις δουλειές πρέπει να μειώνεται το κόστος για να μπορέσεις να είσαι αποδοτικός και ανταγωνιστικός στους πελάτες σου. Αν είχα μηχανικούς και εργοδηγούς για επίβλεψη θα ήμουν πολύ πιο ακριβός απ’ ότι είμαι τώρα. Πολύ πιο ακριβός! [37]

 

Οι διακοσμητές βρίσκουν κάποια μεροκάματα και οι αρχιτέκτονες τη «μοναδική» ευκαιρία να ξεκολλήσουν από τη λάντζα της νομιμοποίησης αυθαιρέτων.

 

Έχει ανοίξει η δουλειά πολύ για τα γραφεία διακοσμητών. Ξαναξύπνησε ο διακοσμητής! Ο αρχιτέκτονας για να καταλάβεις έχει μείνει ακόμα πίσω σ’ αυτήν τη δουλειά. Ο διακοσμητής είναι μια δουλειά που έχει ξυπνήσει. Και βαράνε τις τιμές τώρα [38].

 

Διαμερίσματα ανακαινίζονται και προσαρμόζονται στις νέες απαιτήσεις. Τα λιγότερα τετραγωνικά δεν λειτουργούν αποτρεπτικά για τη βραχυχρόνια μίσθωση της κατοικίας αλλά σαν πρόκληση για τους διακοσμητές και τους αρχιτέκτονες να χωρέσουν όσα περισσότερα κρεβάτια γίνεται, ώστε να κάνουν το διαμέρισμα πιο προσοδοφόρο.

 

Για εμένα αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον, το πως μπορείς σε έναν μικρό χώρο να χωρέσεις όσο περισσότερα πράγματα γίνεται και να λειτουργεί αυτό για 4 άτομα [39].

 

Η δυνατότητα φιλοξενίας τεσσάρων ατόμων θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το μίνιμουμ ενός διαμερίσματος, που διατίθεται στις σχετικές πλατφόρμες και στοχεύει στο να αποφέρει ένα αξιοπρεπές εισόδημα για τον ιδιοκτήτη του. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται στις περισσότερες περιπτώσεις είναι φθηνά, πανομοιότυπα, μέσα από μια συγκεκριμένη γκάμα επιλογών που προσφέρονται από τις πολυεθνικές (συνήθως) εταιρείες / καταστήματα, οι οποίες οργανώνουν και σχετικά πακέτα προσφορών. Εκεί που κάποτε, στις αρχές του φθινοπώρου, τη διαφημιστική πίτα μονοπωλούσαν αγγελίες για το λειτουργικό και φθηνό φοιτητικό σπίτι, τώρα η αγορά είναι όλους τους μήνες του χρόνου διαθέσιμη να παράγει ότι απαιτούν οι γρήγορες και low budget ανακαινίσεις σπιτιών, που θα ενταχθούν σε μια συνεχώς διερευνώμενη τουριστική αγορά, αυτή των βραχυχρόνιων μισθώσεων [40].

 

Το Praktiker, το ΙΚΕΑ, το Ivy Home, το JYSK προσφέρουν κάποιες συνηθισμένες και εύκολες λύσεις ανακαίνισης ενώ παρέχουν, μεταξύ άλλων, και τεχνικές διευκολύνσεις.

 

Το ΙΚΕΑ έχει μια πλατφόρμα απ’ όπου μπορώ να κατεβάζω τα μοντέλα των επίπλων και να τα βάζω μέσα στο σχέδιο μου. Επειδή οι πελάτες πάντα βιάζονται παρά πολύ για να ετοιμαστεί ένα σπίτι ή ένας χώρος δυστυχώς δεν υπάρχει ο χρόνος να βγαίνω στην αγορά και να ψάχνω έπιπλα. Ό,τι διαλέγω το διαλέγω μέσω internet. [...] Γνωρίζω τις διαστάσεις τους ακριβώς, τα τοποθετώ μέσα στο σχέδιό μου και γίνεται πιο εύκολα η δουλειά μου [41].

 

Τα διαμερίσματα καταλήγουν να είναι πανομοιότυπα, με τις ίδιες περίπου αρχιτεκτονικές και διακοσμητικές ιδέες, με τα ίδια φθηνά υλικά, με την ίδια επίπλωση και με τον ίδιο εξοπλισμό κουζίνας. Η προσωπική αισθητική και οι ιδέες καμουφλάρονται μπροστά στην ανάγκη μιας περιορισμένης, οικονομικά και χρονικά ανακαίνισης, η οποία στην τελική καλείται απλά να φιλοξενήσει τον τουρίστα / πελάτη για κάποιες ημέρες και να αφήσει κέρδος στον ιδιοκτήτη. Το γούστο, η ίδια η προσωπικότητα του καθενός και της καθεμιάς ομογενοποιούνται σε μια μαζική παραγωγή ανακαινισμένων διαμερισμάτων, που φαίνονται τόσο ίδια όσο είναι στην πραγματικότητα.

 

Αξιοποιείται οποιοσδήποτε οικιστικός χώρος, από τα ανήλια υπόγεια μέχρι τα αυθαίρετα δώματα που βλέπουν λίγο λόφο, λίγο θάλασσα, λίγο Ακρόπολη. Τα πάντα τίθενται σε προσφορά στο πλαίσιο αυτής της κλίμακας, που συμπεριλαμβάνει ακόμα και τους πιο δυσκοίλιους πελάτες των βραχυχρόνιων μισθώσεων.

 

Αν είναι ένα υπόγειο ανεκμετάλλευτο γιατί να μην αξιοποιηθεί έτσι. Σίγουρα, το ότι είναι υπόγειο είναι μείον αλλά αυτό μπορεί να κοστολογηθεί και διαφορετικά, θα ανακαινιστεί ο χώρος απλά δεν θα έχει την ίδια τιμή με κάποιο άλλο διαμέρισμα που βρίσκεται σε όροφο [42].

 

 

Οι νέες ανάγκες δημιουργούν νέες υπηρεσίες

Πλάι στον κάθε απρόβλεπτο ή χωρίς πολύ χρόνο ιδιοκτήτη / επιχειρηματία του εαυτού του, οι επενδυτικοί όμιλοι και οι εταιρείες διαχείρισης βρίσκονται εκεί για να ρυθμίσουν την αγορά. Ακόμα και εάν δεν αναλάβουν εξ ολοκλήρου, οι ίδιες, την διαχείριση ενός ακινήτου έχουν σπάσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες σε τόσα κομμάτια, ώστε να είναι ευέλικτες στις απαιτήσεις των καιρών.

 

Σε εμάς η εταιρεία καλύπτει και τον καθαρισμό, που σημαίνει ότι έχει και καθαριστές. Άλλες εταιρείες έχουν εξωτερικά συνεργεία καθαριστών. Πέρα από το κομμάτι της υποδοχής, που είναι ο άνθρωπος που θα υποδεχτεί, θα επικοινωνήσει με τον πελάτη / τουρίστα υπάρχει και το τμήμα της τροφοδοσία, το logistics που λένε, το οποίο έχει να κάνει με την υποστήριξη των διαμερισμάτων. Κλινοσκεπάσματα, παραλειπόμενα, διάφορα μικροπράγματα που μπορεί να παρέχει ο καθένας [43].

 

Υπάρχει και στο Airbnb, δεν κάνεις εσύ check-in αφήνεις τα κλειδιά στο master lock και από εκεί παίρνουν τα κλειδιά. Δεν είναι πιο φθηνό αλλά είναι στην κατηγορία που η Airbnb υποστηρίζει πιο πολύ. Τα καλύτερα σπίτια έχουν αυτό το στυλ. Είναι σαν τα ξενοδοχεία, ό,τι χρειάζονται θα το βρουν μέσα στο σπίτι [44].

 

Οι νέες ανάγκες δημιουργούν και νέες υπηρεσίες. Οι εταιρείες καθαρισμού ψάχνουν συνεργάτες στις κτηματομεσιτικές εταιρείες διαχείρισης ακινήτων. Τα αυτόματα πλυντήρια ρούχων εξυπηρετούν τους εφήμερους τουρίστες, καθώς ο τουρισμός απαιτεί 24ωρες υπηρεσίες. Αυτό τελικά που πλασάρεται ως «άμεση αστική εμπειρία» μετουσιώνεται σε μια νέα σειρά υπηρεσιών προσαρμοσμένη στους τουρίστες και όχι στην υπάρχουσα «αστική εμπειρία» των κατοίκων [45].

 

 

Εργασιακές σχέσεις

Τα εργασιακά προσόντα που ζητούνται είναι τα μίνιμουμ που συναντάς στον τουριστικό κλάδο [46].

 

Πολύ γενικά: δίπλωμα μηχανής, δίπλωμα αμαξιού, πολύ καλή χρήση της αγγλικής γλώσσας για λόγους επικοινωνίας, επιθυμητή η δεύτερη ξένη γλώσσα, καλή χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή, επικοινωνία, άνεση. Πολύ τετριμμένα πράγματα δεν είχε κάτι το εξειδικευμένο. [...] Από περιέργεια έχω κάνει κι εγώ μια αναζήτηση και υπάρχουν γενικότερα διάφορες εταιρείες μεγαλύτερης ή μικρότερης κλίμακας, είτε ιδιώτες που ψάχνουν μια άτυπη συνεργασία: να δίνουν σε κόσμο κάποια μεροκάματα για να ανοίγει τα σπίτια τους. Ως επί το πλείστων ζητούνται αυτά. Απαραίτητα τα αγγλικά που είναι κατανοητό και άνεση στις μεταφορές, εντάξει, έχω γνωρίσει και κόσμο που μετακινούνταν με τα μέσα αλλά πάνω κάτω αυτές είναι οι απαιτήσεις [47].

 

Η ελαστικότητα του ωραρίου είναι μια αναπόφευκτη απαίτηση.

 

Προσπάθησα πάρα πολύ να βάλω φρένο σε αυτά που θέλανε και να λέω συνέχεια όχι. Ενώ εγώ δούλευα στο κομμάτι των ακινήτων μου λέγανε: το βράδυ έρχεται ένας Κινέζος πήγαινε να τον πάρεις από το αεροδρόμιο. Εκεί κάθε φορά, σε τέτοιες απαιτήσεις έπρεπε να τσακώνομαι –όχι δεν δουλεύω τέτοια ώρα, δεν πάω. Δούλευα κανονικά 8ωρο αλλά συνήθως δούλευα 9-10 ώρες [48].

 

Παρόλο που οι βραχυχρόνιες μισθώσεις αποτελούν ένα καινούργιο τουριστικό προϊόν, η βάση οργάνωσής τους συνήθως είναι ο καταμερισμός εργασίας των παλιών κτηματομεσιτικών εταιρειών, προσαρμοσμένος στις νέες περιστάσεις.

 

Στη δικιά μου την περίπτωση είμαι κανονικά ασφαλισμένος, με τον βασικό μισθό μου, με τις άδειές μου και με ό,τι δικαιούμαι από τη σχέση αυτή. Γνωστοί, φίλοι ή γνωστοί γνωστών που έχω ακούσει να δουλεύουν σε άλλες εταιρείες μπορεί να έχουν σχέση μεροκαματιάρη. Άνθρωπος που δεν πληρωνόταν έναν σταθερό μισθό αλλά πληρωνόταν 10 ευρώ την άφιξη. Σε αυτό νομίζω ότι και τα δύο υπάρχουνε. Η κατάσταση ξεφεύγει απ’ αυτό το αθώο του Airbnb. Αυτό που ξεκίνησε από ένα δωματιάκι που παραχωρείς σε κάποιον και βάζεις ένα κρεβατάκι, τώρα έχει γίνει ένας τιτάνας σε επιχειρηματικό επίπεδο και οι εταιρείες πλέον δεν είναι τσαρλατάνοι αλλά είναι σοβαρές εταιρείες. Γίνεται πλέον πιο επίσημο και στο επίπεδο του εργαζόμενου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι πιο καλοπληρωμένος, γίνεται πιο επίσημο ως δουλειά [49].

 

Υπήρχε πάρα πολύ πίεση και υπήρχε και κακή συμπεριφορά. Μπορεί να ήταν και οι συγκεκριμένοι, δεν σου λέω ότι έτσι είναι όλοι οι Κινέζοι αλλά αυτοί ήταν περίεργοι άνθρωποι, είχαν πρόβλημα. Σίγουρα κατάλαβα πολλά για την εργασιακή τους κουλτούρα. Ο εργοδότης μου είχε κρεβάτι δίπλα στο γραφείο του, κοιμόταν εκεί και σηκωνόταν και δούλευε. Είχαν μεγάλο θέμα με την εξουσία. Είμαι το αφεντικό σου και θα στο δείξω. Κι αν έχεις διαφορετική άποψη θα στραβώσω. Πολύ πίεση και ενώ σε άλλα κομμάτια μπορούσαν να δίνουν χιλιάρικα έτσι, στα οικονομικά μπορεί να σου έκαναν σκηνή για 10 ευρώ βενζίνη.

 [...] Τα χρήματα ήταν 700 ευρώ. Ήμουν με ΙΚΑ κανονικά. Ήμασταν και λίγο βιτρίνα γενικά οι Έλληνες του γραφείου [50].

 

 

Το «μικρό Παρίσι» πνίγεται

Όλα όσα έχουμε περιγράψει ως εδώ αποτελούν μια μίξη των δικών μας καθημερινών βιωμάτων και της έρευνας που κάναμε γύρω από το θέμα. Πολλές φορές διαβάζοντας ξανά και ξανά αυτό το κείμενο μπερδεύαμε τις παραγράφους που περιγράφαμε εμείς τις εμπειρίες μας και αυτές που περιέγραφαν οι συνεντευξιαζόμενοι τις δικές τους. Υπήρξε απόλυτη ταύτιση, μια ανατριχιαστική συνέχεια μεταξύ των σχεδίων που εκπονούνται στα κτηματομεσιτικά γραφεία και στις πολυεθνικές εταιρείες real estate που μας μετέφεραν εργαζόμενοι εκεί και της ορατής επιρροής τους, στον κοινωνικό ιστό των γειτονιών μας.

 

Η Ακρόπολη, το Ηρώδειο, οι λόφοι του Φιλοπάππου, ο Άρειος Πάγος ο μεγάλος πεζοδρομημένος περίπατος της Αθήνας, τα μετρό της Ακρόπολης και του Φιξ, τα δύο μουσεία (της Ακρόπολης και της Σύγχρονης Τέχνης), η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, η ευθεία για τη θάλασσα και το μισό βήμα από το Σύνταγμα. Όλα συνηγορούν στις τουριστικές επενδύσεις και όσοι εξακολουθούμε να μένουμε στη γειτονιά θα επιτελούμε τον ρόλο μιας ζωντανής ανάμνησης του Κουκακίου προ δεκαετίας.

 

Πριν δύο μήνες ήρθε μια κοπέλα, φοιτήτρια από την Πάντειο, για μια εργασία σχετικά με το Κουκάκι και το Airbnb. Πριν δυο μήνες της είπα: εντάξει έχω δει διαφορές, αλλά όχι σημαντικές. Άλλαξαν άρδην όλα. Μέσα σε δύο μήνες. Ξέρω 10 οικογένειες. Συνταξιούχοι άνθρωποι, καλοί ενοικιαστές, που ψάχνουν σπίτι γιατί τους διώχνουν. Έχω ακούσει και ψάχνουν σπίτια και πιο νέοι που από 400 τους πήγαν το ενοίκιο στα 600 ευρώ. Το συζήταγα και με μια φίλη η οποία νοικιάζει κατά περιόδους το σπίτι της, γιατί δεν μένει εδώ. Αυτό είναι τριαμισάρι, της ζητήσανε να το νοικιάσει και 700 ευρώ. Της το ζήτησαν για νοίκιασμα. Εταιρεία [51].

 

Παρόλο που μιλάμε για μια από τις γειτονιές της παλιάς Αθήνας και επομένως οι πολυκατοικίες κατασκευαστικά έχουν πολλά προβλήματα, όλα μπορούν να αξιοποιηθούν μέσα σε ένα περιβάλλον που είναι ευνοϊκό περισσότερο από ποτέ. Τα αρχιτεκτονικά γραφεία είναι εδώ για να προσφέρουν οικονομικές προτάσεις ανακαίνισης (ή πρόχειρων μπαλωμάτων) και οι επενδυτικοί όμιλοι εγγυώνται τη γρήγορη απόσβεση του κεφαλαίου του ιδιοκτήτη που θα επενδύσει, ακόμα και στις τρύπες που αποκαλούν σπίτια .

 

Εγώ όποιον χώρο και να δω ξέρω ότι μπορεί να γίνει πάρα πολύ ωραίος, δηλαδή και ένα υπόγειο να μου δείξεις με κατάλληλο φωτισμό και κατάλληλα υλικά μπορεί να γίνει ένας πολύ ωραίος χώρος, δεν νομίζω ότι υπάρχει χώρος που μπορεί να μείνει ανεκμετάλλευτος [52].

 

Το Κουκάκι προφέρεται καθημερινά σε δεκάδες γλώσσες και με δεκάδες διαφορετικούς τονισμούς ανά τον κόσμο. Φιγουράρει στα business plan επίδοξων επενδυτών της εγχώριας και της διεθνούς αγοράς. Γείτονες και γειτόνισσες που μόνο κατ’ όνομα ξέραμε ότι έχουν το τάδε ή το δείνα διαμέρισμα δίπλα μας εμφανίζονται για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια στην παλιά τους γειτονιά, εκεί όπου μεγάλωσαν, για να επιβλέψουν τις εργασίες ανακαίνισης του διαμερίσματός τους. Σπεύδουν φυσικά να δηλώσουν πόσο αγανακτισμένοι ήταν ως ιδιοκτήτες εξαιτίας των «κακών ενοικιαστών» και πόσο καλύτερα θα πάνε τα πράγματα τώρα με τους τουρίστες. Οι είσοδοι των πολυκατοικιών στολίστηκαν με καινούργια γκατζετάκια, πλάι στα θυροτηλέφωνα και τα γραμματοκιβώτιά τους [53]. Ο Καραβάς [54] έχει γίνει ένας αναγκαστικός φίλος μας που τον συναντάμε σε κάθε στενό της γειτονιάς, να μας σκονίζει και να θορυβεί. Ο κρεοπώλης και ο υδραυλικός μόστραραν ένα αυτόματο μηχάνημα ανάληψης χρημάτων στην πρόσοψή των καταστημάτων τους, συμπληρώνοντας με ένα διόλου ευκαταφρόνητο μηνιάτικο το εισόδημά τους. Ο Διαμαντής απ’ την Άρτα έγινε Athens Bakery. Από μανάβικο σε μανάβικο συναγωνίζονται οι κοινωνικοί σχολιαστές της γειτονιάς, για την πρωτιά στη διασπορά των πληροφοριών: ποιος Κινέζος αγόρασε ποιο κτίριο. Αλλά και Κινέζος να μην είναι, θα τον κάνουν. Οι δρόμοι έχουν γίνει ένα απέραντο πάρκινγκ των τουριστικών εταιρειών.

 

Οι καθημερινές συνήθειες δεν έχουν αλλάξει αλλά είναι πιο επιβαρυντικές. Με τα τουριστικά λεωφορεία που έρχονται και αφήνουν ανοιχτές τις μηχανές για το air condition. Υπάρχει τρομερή κυκλοφοριακή συμφόρηση. Μπορεί να κάνεις και ένα τέταρτο να φύγεις από την Καβαλότι και να βγεις στη Συγγρού. [...] Τα ταξί, τα βανάκια που φέρνουν τους τουρίστες, τα πούλμαν, δημιουργούν ένα τρομακτικό κυκλοφοριακό χάος εδώ στην περιοχή. Και ταυτόχρονα ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα, που έχει προκύψει τα τελευταία 4-5 χρόνια με την αύξηση του τουρισμού είναι οι χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων. Γιατί αν πάμε τώρα και κάνουμε μια βόλτα τριγύρω θα δεις ότι υπάρχουν τουλάχιστον 100-150 αυτοκίνητα από εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων. Έρχονται εδώ, παρατάνε τα αυτοκίνητά τους να ξεχειμωνιάσουνε, δεν τηρούνε τον προβλεπόμενο από τον νόμο κανονισμό: ότι πρέπει να έχεις τουλάχιστον, για το 50 % (ήταν 80 %) του στόλου σου θέσεις πάρκινγκ. Και καταλαμβάνουν το πάρκινγκ των κατοίκων της περιοχής [55].

 

Η βιομηχανία της εστίασης εκπληρώνοντας τον χρησμό της εύκολης λύσης των καιρών καταλαμβάνει και τους δύο πεζόδρομους του Κουκακίου. Φυτρώνει σε κάθε απίθανη γωνία, προσφέροντας γρήγορο και φθηνό «to go» καφέ και μοιράζει τις πιάτσες, παρέχοντας προϊόντα που απευθύνονται σε διαφορετικούς πελάτες. Στη Γ. Ολυμπίου βρίσκεις τα εναλλακτικά μαγαζιά και τα σουβλατζίδικα, ενώ στη Ζίννη, τη Φαλήρου και την Ανδρούτσου τα wines bars και τα εστιατόρια, με δεξαμενή τους πιο καλλιτεχνικούς κύκλους -είναι και η γειτνίαση με το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Και όσο ανεβαίνεις προς τη Μακρυγιάννη βρίσκεις τα μαγαζιά στον πεζόδρομο της Δράκου που απευθύνονται σε αμιγώς τουριστικό κοινό. Στο ενδιάμεσο μικρά μαγαζιά με σουβενίρ, κοσμήματα και χειροποίητες κατασκευές που ξεφεύγουν κατά πολύ από την κιτς αισθητική της δεκαετίας του ‘90 συγκροτούν μια αγορά, η οποία παραγκωνίζει την παλιά παραδοσιακή αγορά ενδυμάτων, φθηνού οικιακού εξοπλισμού ή του «όλα 1 ευρώ».

 

 

Πολυκατοικίες στο πόδι

Οι επακόλουθες συγκρούσεις στο εσωτερικό των πολυκατοικιών γύρω από ζητήματα ασφάλειας ή ποιότητας ζωής αποτελούν μια στιγμιαία έκφραση της αναδιάρθρωσης, του κοινωνικού ιστού της γειτονιάς. Η αίσθηση εγκλωβισμού, καθώς δεν μπορείς να φύγεις από εκεί όπου μένεις, οδηγεί στην εκδήλωση της αντιπαράθεσης με κάθετους όρους, που κάποιες φορές συμπεριλαμβάνει ατομικιστικές επιδιώξεις και έχει συντηρητικές αφετηρίες.

 

Ζω στο σπίτι μου 15-20 χρόνια, έχω την οικογένειά μου, τον φούρνο μου και ξαφνικά μπαινοβγαίνει κόσμος. Τη μία μέρα θα είναι καλοί, θα είναι ήσυχοι, την άλλη θα είναι ρέμπελοι και φωνακλάδες. Και έχει αντιδράσει πολύς κόσμος λόγω αυτού. Σε αυτή την αντίφαση έχουν τύχει πολλές περιπτώσεις ανθρώπων που ναι μεν τους ξενίζει όλο αυτό αλλά με το που αντιληφθούν ότι έχουν τη δυνατότητα να βγάλουν κάποια παραπάνω χρήματα, αν αξιοποιήσουν κάτι που μέχρι πρόσφατα τους φαινόταν μη αξιοποιήσιμο ή όχι τόσο αξιοποιήσιμο, κατευθείαν σωπαίνουν και κοιτάνε να πάρουν ένα κομματάκι από την πίτα. Άνθρωποι που τους μιλάς και προσεγγίζουν για ένα πρόβλημα. Α, οι άνθρωποι που φέρνετε κάνουν συνέχεια φασαρία, δεν μπορούμε να κοιμηθούμε, θα κινηθούμε δικαστικά, θα σας κάνουμε εξώδικα. Και με το που μαθαίνουν πώς κινείται το πράγμα, με τι συνιστώσες, τι απολαβές μπορεί να έχει ένας ιδιώτης απ΄αυτά γλυκαίνουν το βλέμμα τους, γλυκαίνουν τη φωνή τους και θυμούνται, α, έχουμε και εμείς ένα διαμέρισμα, εάν ενδιαφέρεστε να το αναλάβετε. Μου έχει τύχει πολλές φορές. Άνθρωποι που διαμαρτύρονται γιατί από κάτω τους έχουν ένα διαμέρισμα Airbnb, αλλά ξέρεις ότι ο άνθρωπος αυτός σου έχει παραχωρήσει ένα διαμέρισμα, για να το κάνεις Airbnb σε μια άλλη περιοχή [56].

 

Η πολυκατοικία, ως προθάλαμος της ιδιωτικότητας του κάθε διαμερίσματος γίνεται αντιληπτή σαν προέκτασή του, χρήζει μιας αόρατης προστασίας και ανασύρει θέματα ασφαλείας και σεβασμού των ωραρίων κοινής ησυχίας. Μάλιστα, μέσα στον χειμώνα, με αφορμή τη δικαστική αντιδικία ιδιοκτητών μίας πολυκατοικίας στην περιοχή του Πεδίου του Άρεως κυκλοφόρησε και στη γειτονιά μας ένα αφισάκι, το οποίο καλούσε σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στα δικαστήρια της Ευελπίδων. Σε αυτό ορίζεται ως βασικό πρόβλημα η απαξίωση των πολυκατοικιών και η επακόλουθη αφόρητη ζωή, ενώ το επίδικο της σταδιακής εκδίωξής μας από το κέντρο της πόλης τίθεται ως δευτερεύον ζήτημα και με έναν εντελώς αόριστο τρόπο. Η αδυναμία αντίληψης των χωροταξικών αναδιαρθρώσεων και της κίνησης του κτηματομεσιτικού κεφαλαίου οδηγεί σε ατομικά μονοπάτια διάσωσης ενός παρελθόντος που έχει περάσει ανεπιστρεπτί.

 

 

Η κατοικία και το πρόβλημά της

Η έρευνα που παραθέτουμε, οι εμπειρίες και τα βιώματα που μοιραστήκαμε και μοιραζόμαστε συγκλίνουν σε ένα πρόβλημα, το οποίο προς στιγμή δεν γίνεται αντιληπτό ως τέτοιο, παρά μόνο στις ακραίες εκδοχές του. Αυτές εκδηλώνονται, κυρίως, με το πρόβλημα της έλλειψης σπιτιών στις γειτονίες του ευρύτερου κέντρου της Αθήνας. Ενοικιαστές ανεξαρτήτως φυλής, κοινωνικής τάξης ή ηλικίας διώχνονται από τα σπίτια τους, ώστε αυτά τα προστεθούν στην αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Σύμφωνα με το δίκτυο ενοικίασης σπιτιών Spitogatos, σήμερα στο Κουκάκι διατίθενται προς ενοικίαση μόλις 66 διαμερίσματα, τη στιγμή που στις πλατφόρμες βραχυχρόνιων μισθώσεων συναντάμε 841 καταχωρήσεις. Εάν συνυπολογίσουμε τις επισκευές που χρειάζονται κάποια απ’ αυτά τα 66 διαμερίσματα (ίσως αυτός να είναι και ένας από τους λόγους που μπορεί να διατίθενται ακόμα προς ενοικίαση) αλλά και την τιμή στην οποία διατίθενται (δεδομένου ότι μέσα σε ένα τουριστικοποιημένο περιβάλλον οι τιμές παρασύρονται απ’ τους καινούργιους όρους που αυτό διαμορφώνει) μπορούμε να καταλάβουμε τους αυστηρούς περιορισμούς που ισχύουν, προκειμένου να μείνει κάποιος σήμερα στο Κουκάκι. Ο Δημήτρης Μπινιάρης, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων Ελλάδος, σε ραδιοφωνική συνέντευξη που παραχώρησε είναι λακωνικός:

 

Οι περισσότεροι από τους παλιούς ιδιοκτήτες θα αναγκαστούν την επόμενη δεκαετία, και αυτό μας το δείχνουν τα στατιστικά σε άλλες πόλεις της Ευρώπης, να αφήσουν τα σπίτια τους. Σας λέω την αλήθεια, δεν μπορώ να κρύβομαι. Θα αναγκαστούν! Γιατί προκειμένου να έχουν όλες αυτές τις φασαρίες και από τη στιγμή που θα πάρουν ένα υψηλό μίσθωμα, με το οποίο θα μπορούν να μένουν σε ένα πολύ καλύτερο σπίτι σε ένα άλλο προάστιο, η πλειοψηφία, δηλαδή το 50-60 % τι θα κάνει την επόμενη δεκαετία; Θα αφήσει αυτά τα σπίτια, θα τα δώσει σε εταιρίες που ασχολούνται με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Δεν θα μπορεί ο μέσος Έλληνας, ακόμα και ο καλοπληρωμένος, που αμείβεται με δύο και τρεις χιλιάδες ευρώ να πληρώνει μίσθωμα στο Κολωνάκι. Δεν θα μπορεί μετά από 2-3 χρόνια [...]

Μαζί με τα μισθώματα [το Airbnb] έχει αυξήσει και τις αξίες των ακινήτων. Η κυρία που διαμαρτυρήθηκε νωρίτερα θα πρέπει να ξέρει ότι το ακίνητό της αξίζει τρεις φορές περισσότερο απ’ ότι άξιζε το 2015 [57].

 

Παράλληλα το περίφημο πρόγραμμα προσέλκυσης ξένων επενδυτών, μέσω της απόκτησης Golden Visa, εντείνει αυτό το πρόβλημα. Οι εταιρείες που αναλαμβάνουν τη διαχείριση του ακινήτου για λογαριασμό του ξένου επενδυτή / ιδιοκτήτη, εφόσον έχουν εισπράξει τα λεφτά της αγοραπωλησίας συνήθως το κρατούν κλειστό για να εξοικονομήσουν τα λειτουργικά έξοδα που συνεπάγεται η οποιαδήποτε διαδικασία ενοικίασής του. Έτσι, πλάι σε χιλιάδες κλειστά διαμερίσματα που έχουν κατασχεθεί από τις τράπεζες ή βρίσκονται στη δίνη κληρονομικών αντιδικιών, προστίθενται και τα απόνερα του real estate και της τουριστικοποίησης του κέντρου της Αθήνας.

 

Η γειτονιά αδειάζει από τους ανθρώπους της και γίνεται ένα απέραντο ξενοδοχείο.

 

Αν έλεγα εγώ πριν 10 χρόνια, ως πρόεδρος των ξενοδόχων Αττικής ότι θέλω να κάνω στο Κουκάκι 100 ξενοδοχεία δεν θα υπήρχε ένας άνθρωπος να συμφωνήσει μαζί μου. Πλην όμως το αποτέλεσμα που βλέπουμε σήμερα είναι το ίδιο, γιατί δεν υπάρχουν μόνιμοι κάτοικοι [58].

 

Οι μεσίτες παίρνουν με τη σειρά σπίτια που έχουν επενδυτικό ενδιαφέρον, χτυπάνε στα τυφλά τα κουδούνια και προσφέρουν χρήματα που μπορεί να σε «τυφλώσουν». Κάποιοι εύπιστοι θα δελεαστούν, ίσως κάποιοι αργότερα το μετανιώσουν.

 

Κάποιοι φίλοι του γιού μου είχαν ένα εξαιρετικό παλιό σπίτι στην Ερεχθείου, πολύ ωραίο σπίτι. Σηκωθήκανε και φύγανε. Το δώσανε σε μια εταιρεία, το έχει κάνει μικρά δωμάτια πολυτελείας και αυτοί πήγανε στο Φάληρο. Μετά από λίγο καιρό τρέχανε να βρούνε να νοικιάσουνε γιατί δεν μπορούσανε να ζήσουνε στο Φάληρο, είχαν μεγαλώσει εδώ. Μάθαμε ότι τους δίνει πέντε χιλιάρικα τον μήνα η εταιρεία [59].

 

Οι ιδιοκτήτες ξεθαρρεύουν και ανεβάζουν τα νοίκια εκμεταλλευόμενοι το περιβάλλον της αγοράς, μπλοφάροντας πολλές φορές.

 

Ακούει ο ένας κι ο άλλος που είναι ιδιοκτήτες ότι υπάρχει ζήτηση χωρίς να του έχει χτυπήσει κανείς της πόρτα. Πας να νοικιάσεις αυτό που κάποτε το πλήρωνες 300 ευρώ και σου ζητάει 500, χωρίς να έχει ζήτηση. Δεν είναι καν απ’ έξω 100 άτομα που του ζητάνε να τους το νοικιάσει. Και λέει: Α, Airbnb φίλε... [60].

 

Σε άλλες περιπτώσεις οι ενοικιαστές εκδιώχνονται είτε με έμμεσο (θα κάνεις βραχυχρόνια μίσθωση το διαμέρισμά σου και θα μου δίνεις κάποιες εκατοντάδες ευρώ συν τον μήνα) είτε με άμεσο τρόπο (σε διώχνω για να το βάλω εγώ στην βραχυχρόνια μίσθωση).

 

Το σπίτι ήταν 82 τ.μ., μέναμε δύο άτομα και δίναμε 300 ευρώ. Φέτος κάποια στιγμή επικοινωνήσαμε για κάτι άσχετο [με τον ιδιοκτήτη] και μας είπε ότι χρειάζεται το σπίτι για τα παιδιά του που σπουδάζουν στην Αθήνα μένουνε μακριά από το κέντρο και δεν θέλουν να ταλαιπωρούνται με τα λεωφορεία. Μετακομίζουμε εμείς φεύγουμε με καλούς όρους, δεν έπαιξε τσαμπουκάς ή στράβωμα και μαθαίνουμε τις προάλλες από μία γειτόνισσα ότι το δίνει για Airbnb το διαμέρισμα [61].

 

Κάθε στενό, κάθε σκαλάκι, κάθε καβάντζα είναι χαρτογραφημένη στο trip advisor ή στους εναλλακτικούς οδηγούς της πόλης. Τα παγκάκια φυτοζωούν δίπλα στα τραπεζοκαθίσματα, τα μανάβικα μοιάζουν με εκθετήρια γεωμετρικά τακτοποιημένων μήλων και ανανάδων, οι πάγκοι της λαϊκής αγοράς γίνονται stories στο Instagram και οι πίσω αυλές των σπιτιών είναι πιο ήσυχες από ποτέ.

 

Είχε φοβερή αυλή [εννοεί το σπίτι του στη Γ. Κολοκοτρώνη], θα μπορούσαμε να αράζουμε εκεί, να τα λέγαμε... Θεωρητικά το κάτω σπίτι είχε την αυλή και εμείς την ταράτσα. Αλλά τον πρώτο χρόνο συχνά αράζαμε κάτω και τα λέγαμε, υπήρχε μια άλλου είδους κοινωνικοποίηση που δεν μπορεί να υπάρξει με τους τουρίστες. Επειδή έρχονται για λίγες μέρες να περάσουν καλά και έχουν το δικό τους πρόγραμμα οι άνθρωποι [62].

 

 

Διαμοιρασμός, εναλλακτική οικονομία και αυτοαξιοποίηση

Μπορούμε να γίνουμε όλοι επιχειρηματίες; Είναι αυτός ένας νέος κύκλος ανάπτυξης; Τελείωσε η κρίση; Το μοντέλο διαμοιρασμού διαμοιράζει τα κέρδη; Είναι το Airbnb μια φούσκα που έχει φτάσει στα όρια της και θα σκάσει;

Αυτή η «ευκαιρία ανάπτυξης», που έχει συνεπάρει την αγορά ακινήτων και τους ιδιοκτήτες στηρίζεται στην άνιση γεωγραφική κατανομή του εισοδήματος ανάμεσα στις διαφορετικές περιοχές του κόσμου. Τι κι αν αποτελεί διεθνές φαινόμενο; Ο τρόπος που αναπτύσσεται και οι επιπτώσεις του παραμένουν σε μεγάλο βαθμό τοπικές. Στην Ελλάδα της κρίσης αλλά και της μικροϊδιοκτησίας, αυτή η μορφή «ανάπλασης» παίζει έναν πολλαπλό ρόλο, όπως όλες οι αλλαγές που σχετίζονται με την ιδιοκτησία, και πρέπει να ιδωθεί υπό αυτό το πρίσμα για να κατανοήσουμε τις συνολικές της επιπτώσεις.

Η σταθεροποίηση αυτής της κατάστασης θα επιφέρει τη συγκεντροποίηση της διαχείρισης των βραχυχρόνιων μισθώσεων ή ακόμα και της ιδιοκτησίας, δημιουργώντας μια νέα πραγματικότητα στις γειτονιές μας [63]. Οι υψηλές ευκαιρίες σχεδόν σίγουρου κέρδους έχουν κινητοποιήσει την αγορά ακινήτων, όπου σπίτια αγοράζονται ή νοικιάζονται για να γίνουν Airbnb. Ήδη ένα μεγάλο ποσοστό των ακινήτων που υπάρχουν στην πλατφόρμα της Airbnb ανήκουν σε εταιρίες ή διαχειρίζονται από αυτές. Τέτοιες εταιρίες είτε συστάθηκαν για αυτόν το σκοπό είτε ξεκίνησαν από κάποιον φίλο που έκανε το σπίτι του Airbnb και μετά αυτά των φίλων του ή ασχολούνταν χρόνια με την κτηματομεσιτική αγορά και επεκτάθηκαν στη διαχείριση βραχυχρόνιων μισθώσεων. Αυτή η μετατόπιση από μια υπηρεσία χρηστών σε μια υπηρεσία επιχειρήσεων δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Διεθνώς από τη στιγμή που το Airbnb «κατακτά» ένα μερίδιο από την τουριστική πίτα και σταθεροποιείται το περιβάλλον (νομικό και φορολογικό) όπου αναπτύσσεται, δημιουργεί προς όφελος του κτηματομεσιτικού κεφαλαίου τις κατάλληλες συνθήκες για να εκτοπίσει τους μικρούς παίκτες και ιδίως αυτούς που το κάνουν από ανάγκη (που δεν ανήκουν δηλαδή στη δυναμική κατηγορία των young entrepreneurs). Πρόκειται ουσιαστικά για τη δεύτερη φάση ανάπτυξης της τουριστικής βιομηχανίας αυτού του τύπου, που αφού καταφέρει να αποσπάσει την ευρύτερη συναίνεση μέσω του «διαμοιρασμού» των κερδών σε μια ευρύτερη βάση μικροιδιοκτητών κινείται πιο συγκεντρωτικά σε οικονομικό επίπεδο. Και σε αυτήν τη φάση παρόλη την οικονομική συγκέντρωση, ο πυλώνας της ανάπτυξής είναι ο εξατομικευμένος «host» που θα προσφέρει τη «μοναδική» εμπειρία στον τουρίστα, αυτήν τη φορά όμως σε ρόλο υπαλλήλου. Από γειτονιές «διαμοιρασμού» των προβλημάτων, των ευθυνών, των επιθυμιών σε γειτονιές «περιβάλλοντα» όπου οι διαχειριστές της τουριστικής βιομηχανίας επιδιώκουν να αξιοποιήσουν οτιδήποτε ζωντανό μπορεί να πλασαριστεί ως τουριστικό θέαμα: από τη χαρά και τη μιζέρια μας, μέχρι την οργή μας. Η τουριστική βιομηχανία ανοίγει επίσης ένα κεφάλαιο, χωρικά διασπαρμένο αλλά με ξεκάθαρο συμφέρον απέναντι σε έναν κατακερματισμένο ιστό ιδιοκτητών, ενοικιαστών, ηλικιωμένων, φοιτητών, γονιών και ανέργων.

 

Όσο για την ανάπτυξη που επιφέρει η τουριστική βιομηχανία, αυτή κινείται προς το παρόν γύρω από τον παραδοσιακό κύκλο της κτηματαγοράς και του κατασκευαστικού κλάδου, όπου βέβαια οι συνθήκες παραμένουν ακόμα σφιχτές.

 

Αλλά ποιες είναι οι νέες δουλειές και ποιοι οι νέοι μισθοί που προκύπτουν από αυτή την ανάπτυξη για όσους δεν είναι ιδιοκτήτες και πρόκειται να δουλέψουν σε αυτόν τον κλάδο; Αν τελικά ο μισθός παραμένει στα επίπεδα της κρίσης και το έμμεσο κόστος διαβίωσης (τουλάχιστον στο κέντρο) εκτινάσσεται, για ποιο τέλος της κρίσης μιλάμε;

Τελικά αυτό που μένει είναι η συναίνεση. Συναίνεση σε διάφορα επίπεδα: στον τρόπο που αναπτύσσεται η πόλη και στην «ανάγκη» να καταστεί ανταγωνιστική. Συναίνεση για τη «βελτίωση της εικόνας» της πόλης και για την τουριστικοποίηση των γειτονιών μας. Συναίνεση στον εκτοπισμό μας από τις γειτονιές μας. Συναίνεση στο ότι αυτή η πόλη δεν ανήκει πια στους κατοίκους της, με όλες τις αντιθέσεις τους, αλλά στην εικόνα τους, σε αυτό που μπορεί να instagram-ιθεί και να ρευστοποιηθεί.

Η «κρίση» τελείωσε και πρέπει να αποδεχτούμε την υποτίμηση των ζωών μας ως νέα πραγματικότητα. Αποδεχόμενοι / ες ότι «η λύση απέναντι στην κρίση είναι η αυτοαξιοποίηση των δυνατοτήτων μας και η καινοτομία» [64] και ότι άμα είμαστε άνεργοι ή επισφαλείς είναι γιατί δεν έχουμε καταφέρει να αναδείξουμε τα προσωπικά μας προτερήματα. Αποδεχόμενοι / ες των ανταγωνισμό των πόλεων για την «προσέλκυση κεφαλαίου» ως ανταγωνισμό ανάμεσά μας, αφού από εργαζόμενοι / ες με δύναμη και γνώση μετατρεπόμαστε σε επιχειρηματίες που προσελκύουν το αγοραστικό και επενδυτικό ενδιαφέρον. Αξίζει άραγε αρκετά η ζωή μας για να επενδύσει κάποιος σε αυτήν;

 

 

Ιδιοκτήτες σε παροξυσμό

Σε αυτά τα ερωτήματα που θέσαμε λίγο παραπάνω κάποιοι απαντούν καταφατικά. Έχουν οργανωθεί σε κοινότητες (Σύλλογος Οικονομίας Διαμοιρασμού, γκρούπ στο facebook) και έχουν διαλέξει τον ρόλο τους. Άλλες φορές δημιουργούν και άλλες φορές απλά προσαρμόζονται στην νέα πραγματικότητα, χωρίς να τους νοιάζει αν θα «ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα». Βάζουν μπροστά σαν βασικό επιχείρημα την υπερφορολόγηση, τον ΕΝΦΙΑ, αποδέχονται το αφήγημα του ανταγωνισμού, απομακρύνονται από οποιαδήποτε έννοια κοινότητας και μιλούν πια τη γλώσσα που θεωρητικά απεχθάνονται –τη γλώσσα των αφεντικών. Η πραγματικότητα το 2019 απαιτεί ενδοσκόπηση και αυτοκριτική του κινήματος για τα μέτωπα αγώνα που αποπειράθηκε να στήσει στις γειτονιές πριν 5-6 χρόνια. Τότε που προσπάθησε να δώσει απαντήσεις και να οργανώσει άμυνες, ακριβώς επάνω σε αυτά τα ζητήματα που τώρα η πλειοψηφία των ιδιοκτητών χρησιμοποιεί ως επιχείρημα για να ορίσει σε ποιες γειτονιές θα ζούμε και με ποιους όρους [65].

Παρακολουθώντας τις συσπειρώσεις της απέναντι μεριάς, των ιδιοκτητών διαμερισμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης, αυτό που μας κάνει εντύπωση είναι η συνεχής παραγωγή ιδεολογίας με αυτούς ακριβώς τους όρους που οι ίδιοι απορρίπτουν, τους μαρξιστικούς. Η οχύρωσή τους πίσω από ιδεολογικά σχήματα, τα οποία προβάλλονται ως αντίλογος απέναντι σε μεμονωμένες αντιρρήσεις και συλλογικές κινήσεις αντίθεσης που βρίσκονται ακόμα στα σπάργανα, υποδηλώνει περισσότερο μια προσπάθεια να οριοθετήσουν το συνάφι τους, παρά για να εμπλακούν σε μια κόντρα που δεν έχει εκδηλωθεί ακόμα με δημόσιους όρους. Αυτό το κομμάτι των ιδιοκτητών επιθυμεί να επαναπροσδιορίσει το κέντρο της πόλης αποκλειστικά με όρους κερδοφορίας, υπερασπιζόμενο τη μοναδικότητα και την ιερότητα της ιδιοκτησίας του και χαρακτηρίζοντας με ακροδεξιά λεκτικά σχήματα τα ψήγματα αντιδράσεων που εμφανίζονται είτε στα social media είτε στους τοίχους των γειτονιών μας.

 

Πρόκειται, λοιπόν, για τύπους και τύπισσες οι οποίοι μέσα από διαδρομές τις οποίες αναλύουμε σε άλλο σημείο της έρευνάς μας εδώ και πολλά χρόνια δεν μένουν στο Κουκάκι αλλά σε κάποιο άλλο (λιγότερο ή περισσότερο) προάστιο της Αθήνας. Αυτοί με περίσσιο θράσος θέλουν να καθορίσουν ποιες περιοχές του κέντρου θα είναι τουριστικές (εντελώς, μα εντελώς τυχαία, σε αυτή την περιοχή βρίσκεται και το ακίνητο ή τα ακίνητά τους) και επομένως δε θα μπορούν να μένουν εκεί, εκ των πραγμάτων, οι μέχρι τώρα κάτοικοί τους ή κάποιοι νέοι. Βέβαια αυτές τις τάσεις χωροταξικού επανακαθορισμού της πόλης τις αποκτήσανε τα τελευταία δύο χρόνια, γιατί όλα τα προηγούμενα μια χαρά βολεύονταν με τους φοιτητές και τις φοιτήτριες που τους τσιμπήσανε και λίγο το νοίκι, όταν η γειτονιά έγινε υπερτοπική εναλλακτική πιάτσα διασκέδασης.

 

Μιλάνε σε τρίτο πρόσωπο για τη γειτονιά (σημάδι της κοινωνικής αποκοπής τους απ’ αυτήν) και την υποτιθέμενη αναβάθμισή της μέσω των βραχυχρόνιων μισθώσεων, αφού δεν μένουν εκεί και δεν συγχρωτίζονται με την καθημερινότητά της. Μιλάνε, ωστόσο, σε πρώτο πρόσωπο όταν θέλουν να αφηγηθούν τα δικά τους προβλήματα ως ιδιοκτήτες. Η γλώσσα της ατομικότητας και του «εγώ» υπερισχύει του κοινού, του «εμείς», της γειτονιάς. Πρόκειται για ανθρώπους, οι οποίοι μέσα σε λίγους μήνες έφθασαν να αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους σαν επιχειρηματίες, άρχισαν να διαβάζουν τα ροζ φύλα της Καθημερινής και ενσωμάτωσαν την έπαρση της αγοράς όχι απέναντι σε απρόσωπες μετοχές και επενδυτικά προϊόντα αλλά απέναντι σε ανθρώπους με ανάγκες.

 

Είναι οι άνθρωποι που κοιτούν το μέλλον επιχειρηματολογώντας από το παρελθόν. Για το πώς αναπτύχθηκαν τα νησιά από τον τουρισμό τις δεκαετίες του ’80 & του ’90, κάπως έτσι και η Αθήνα σήμερα... Μόνο που αν πάνε να μιλήσουν ή να ζήσουν με εκείνους τους νησιώτες θα στραβολαιμιάσουν απ’ όσα θα τους διηγηθούνε για τα απόνερα εκείνης της «ανάπτυξης». Όπως ακριβώς έγραψε και ένας απ’ αυτούς: «ο ήλιος βγαίνει για όλους, αυτοί επιλέγουν να μείνουν στη σκιά...».

 

Και εμείς από ποια θέση μιλάμε;

Για τους ιδιοκτήτες των βραχυχρόνιων μισθωμάτων είμαστε, λοιπόν, τεντιμπόηδες και άεργοι που «ζούνε με τα λεφτά των μπαμπάδων τους». Για τους εαυτούς μας είμαστε ανασφάλιστοι εργαζόμενοι των 3 ευρώ στα μαγαζάκια της εστίασης, που έχουν ανοίξει σχεδόν παντού στο Κουκάκι και έχουν αναβαθμίσει τη γειτονιά. Που το προηγούμενο καλοκαίρι ξεχάσαμε την άδεια ακόμα και τον δεκαπενταύγουστο, όταν αυτοί γεμίζανε τις τσέπες τους με ζεστό χρήμα! Γιατί τα μαγαζιά δεν μπορούσαν να κλείσουν ούτε ανήμερα μη τυχόν και μείνει χωρίς εξυπηρέτηση ο τουρίστας. Είμαστε απ’ αυτούς τους εργαζόμενους των 600 και 700 ευρώ τον μήνα που έχουμε γεννηθεί ή έχουμε περάσει τα 2 / 3 της ζωής μας στις γειτονιές εδώ, κάποιοι γονείς πια, και δεν έχουμε να δώσουμε τον μισό μας μισθό για ένα διαμέρισμα 50 τετραγωνικών. Είμαστε αυτοί που δεν δεχόμαστε να παίρνουμε ούτε 10 ευρώ από τον μπαμπά μας, αλλά αυτό που μπαίνει στην τσέπη μας το δουλεύουμε μέχρι τέλους. Αν ψάχνουν για εισοδηματίες ας κοιτάξουν στους καθρέφτες στα χολ των σπιτιών τους. Εμείς είμαστε αυτοί και αυτές που ζούμε εδώ, παλεύουμε για τη γειτονιά μας, τις ανάγκες και τα προβλήματά της και η συσχέτισή μας μαζί της δεν αρχίζει και τελειώνει με μια μπίρα σε ένα μαγαζί του πεζόδρομου. Είμαστε αυτοί που αντιλαμβανόμαστε τη στέγαση όχι ως προνόμιο αλλά ως κοινωνική ανάγκη. Όσο δεν μπορούμε να την καλύψουμε, όσο φορτωνόμαστε όλο και περισσότερα άγχη στην καθημερινή μας προσπάθεια να βγάλουμε τα προς τα ζην, όσο μαζευόμαστε όλο και περισσότεροι / ες κάποια στιγμή θα απασφαλίσουμε και τότε, αυτοί οι θρασείς ιδιοκτήτες, θα δουν απέναντί τους τα πρόσωπά μας οργισμένα και αποφασισμένα. Όχι από πλεονεξία, αλλά από ανάγκη. Εμείς θα είμαστε εδώ για εμάς και όχι για να γίνουμε εφεδρείες όταν συρρικνωθούν τα νούμερα του τουρισμού και τα διαμερίσματα ξανανοίξουν για τους πραγματικούς κατοίκους αυτής της πόλης.

petralona-by-day_i.jpg
bottom of page