Η γειτονιά ως σχέση
Η γειτονιά ως σχέση
Εργάτης και άνεργος στην εποχή της πανδηµίας
Σημειώσεις
1. Ο νόµος περιορισµού των διαδηλώσεων ψηφίστηκε µέσα στον Ιούλιο. Το νοµοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή µέσα στον Νοέµβριο, από το υπουργείο Εργασίας συµπεριλαµβάνει: την ελαστικοποίηση των ωραρίων απασχόλησης του εργαζόµενου, την αύξηση των ωρών υπερεργασίας κατά 4 την εβδοµάδα, τη δυνατότητα διαµοιρασµού µέσα στην εβδοµάδα του οκταώρου και του πενθήµερου, τη δυνατότητα κατάργησης των αργιών του Σαββάτου και της Κυριακής µέσα από την υπογραφή επιχειρησιακών συµβάσεων. Επιπρόσθετα ορίζονται αλλαγές στον τρόπο κήρυξης των απεργιών και προωθείται η επιλογή της ατοµικής διαπραγµάτευσης µεταξύ εργαζόµενου και εργοδότη, προκειµένου να παρακάµπτονται τα σωµατεία, καθώς και η δυνατότητα για ατοµικό ωράριο εργασίας, µε προσαρµογή της ώρας προσέλευσης και αποχώρησης.
2. Μικρότερα γραφεία φέρνει η τηλεργασία, εφηµερίδα Καθηµερινή, 15/10/2020.
3. Κάπου στην διεθνή ειδησεογραφία διαβάσαµε ότι τον περασµένο Απρίλιο, σύµφωνα µε απόφαση του Ανώτατου Ελβετικού Δικαστηρίου µία εταιρία που υποχρεώνει τους υπαλλήλους της να δουλεύουν από το σπίτι πρέπει να καλύπτει και µερίδιο του ενοικίου τους. Έτσι ο εργαζόµενος που προσέφυγε στη δικαιοσύνη κέρδισε την µηνιαία επιδότηση ενοικίου, 170 ευρώ περίπου, µε την αιτιολογία ότι η εταιρεία εξοικονόµησε χρήµατα από τη µη µίσθωση γραφείου γι’ αυτόν.Αυτός ο «ανταγωνισµός» ανάµεσα σε εργαζόµενους και αφεντικά, για την κάλυψη του κόστους εργασίας από το σπίτι, βρίσκεται στα πρώτα του βήµατα σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, στην κατεύθυνση της σχηµατοποίησής του µε συγκεκριµένους νόµους.
Στις 13 του περασµένου Απρίλη, λίγες µέρες πριν από τη γιορτή του Πάσχα, ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης σε ένα από τα διαγγέλµατά του θα αναφερθεί σε εκείνο το κοµµάτι της εργατικής τάξης, το οποίο εξακολουθεί να δουλεύει µε φουλ τις µηχανές, εν µέσω lockdown. Η αλήθεια είναι βέβαια, ότι ο πρωθυπουργός δεν θυµήθηκε τυχαία τη συγκεκριµένη στιγµή, την εργατική τάξη. Ήταν εκείνες οι µέρες που τα αφεντικά µοίραζαν απλόχερα το χειροκρότηµά τους στα µπαλκόνια, µαζί µε λόγια ευγνωµοσύνης για τους «αόρατους» της καπιταλιστικής µηχανής. Για να είµαστε και λίγο πιο ακριβείς, τα πρωθυπουργικά χείλη δεν ψέλλισαν καν τη λέξη εργατική τάξη, αλλά είδαν «παιδιά που µεταφέρουν έτοιµο φαγητό», «υπαλλήλους καταστηµάτων τροφίµων», «άντρες και γυναίκες που αδειάζουν τους κάδους της γειτονιάς». Λεκτικά σχήµατα που επιβεβαιώνουν τον διαχωρισµό και την αορατότητα των κούριερ, των αποθηκάριων, των εργαζόµενων στα σούπερ µάρκετ, των οδοκαθαριστών.
Αν για κάποιους και κάποιες οι µέρες του lockdown σηµαίνουν παύση, για κάποιους άλλους σηµαίνουν επιτάχυνση. Στους καιρούς της υγειονοµικής κρίσης κάποιοι θα πρέπει να κινδυνεύουν εκεί έξω, για να µπορεί η υπόλοιπη πλειοψηφία να αισθάνεται ασφαλής. Αυτοί οι «κάποιοι» είναι αυτοί που πάντα αντιµετωπίζονται σαν αναλώσιµοι.
Η εντατικοποίηση της εργασίας καταγράφηκε µέσα από την αλµατώδη αύξηση των ηλεκτρονικών παραγγελιών σε ποσοστό 41%, εκ των οποίων οι περισσότερες αφορούν προϊόντα µη αναγκαία. Μεγάλες αλυσίδες σούπερ µάρκετ ανακοίνωναν ότι η κοντινότερη δυνατή ηµεροµηνία παράδοσης των ηλεκτρονικών τους παραγγελιών αφορούσε τον επόµενο µήνα. Την ίδια στιγµή κλαίγονται, υποστηρίζοντας ότι τα υπερκέρδη που συσσωρεύουν θα χαθούν στο µέλλον, λόγω ύφεσης.
Ο Σ. Καφούνης, ως πρόεδρος του Εµπορικού Συλλόγου της Αθήνας, ζητά να διατηρηθεί η εκ περιτροπής εργασία και να δοθεί η δυνατότητα επιλεκτικής χορήγησης των καλοκαιρινών αδειών, βάσει των έκτακτων αναγκών της κάθε επιχείρησης. Ο ΣΕΒ από την πλευρά του προτείνει τους «δανεικούς» και «ενοικιαζόµενους» εργαζόµενους από επιχειρήσεις που δεν έχουν δουλειά, σε επιχειρήσεις που παρουσιάζουν αύξηση του όγκου εργασίας τους.
Η τηλεργασία
Στην πραγµατικότητα πολλά ζητήθηκαν εκείνη την περίοδο και δεν είναι τυχαία η λαϊκή ρήση που λέει ότι ο λύκος µέσα στην αναµπουµπούλα χαίρεται. Φαίνεται λοιπόν, πως υπήρχαν διάφορα «αυτιά ανοιχτά» σε θέσεις υπευθύνων της εργασιακής πολιτικής. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο από την ξαφνική αλλαγή στον προγραµµατισµό του κυβερνητικού πλάνου σχετικά µε το νέο νοµοσχέδιο, που αφορά µεταρρυθµίσεις στον τοµέα της εργασίας. Παρόλο που η ψήφισή του είχε µετατεθεί για µέσα στο καλοκαίρι, [1] µία βασική και άµεση αλλαγή οργανώθηκε µε αφορµή την πανδηµία, η τηλεργασία! Δηλαδή η δουλειά από το σπίτι,αν θέλουµε να το πούµε µε δυο λέξεις. Δύο λέξεις µε τα δικά τους συµπυκνωµένα νοήµατα: τη δουλειά και το σπίτι. Αλλάζει ο τόπος της εργασίας, χάνουµε την αλληλεπίδραση µε τους συναδέλφους µας, τη δυνατότητα να συζητάµε µαζί τους, σε άµεσο χρόνο, τα προβλήµατα της δουλειάς και να στηρίζουµε ο ένας την άλλη στις δυσκολίες, δίνοντας λύσεις σε προβλήµατα προτού αυτά γίνουν αντιληπτά από τους προϊσταµένους ή τα αφεντικά και προκαλέσουν τις όποιες κυρώσεις.
Τη στιγµή που δεν υπάρχει καµία εργασιακή σύµβαση που να υποχρεώνει τον καθένα και την καθεµιά να δουλεύουµε από το σπίτι, απανωτές πράξεις νοµοθετικού περιεχοµένου σαν να βρισκόµαστε υπό «Τσαρική διοίκηση», προσπαθούν να µεταρρυθµίσουν και να επιβάλλουν τη νέα εργασιακή πραγµατικότητα. Και εάν κάποιοι εξακολουθούν να βρίσκουν ροµαντικό, το να δουλεύεις µε το γατί στα πόδια ή από τη βεράντα του σπιτιού σου, φτιάχνοντας έναν καφέ στην κουζίνα σου ή ακόµα φαντάζονται ότι θα µπορούν να έχουν λίγο παραπάνω χρόνο µε το παιδί, δεν πρέπει να ξεχνούν ότι τα λογισµικά διασύνδεσης και επιτήρησης βρίσκονται εδώ και µε τη βοήθεια προγραµµάτων όπως το skype ή το zoom, η φυσική επαφή που υπήρχε πριν στον εργασιακό χώρο αντικαθίσταται από «παράθυρα», στα οποία πρέπει να είσαι συνδεδεµένος µόνιµα.Προγράµµατα όπως το Activtrack, το TimeDoctor, το Hubstaff (τα οποία γνωρίζουν ήδη µεγάλη αύξηση στις πωλήσεις τους) προσφέρουν στα αφεντικά τη δυνατότητα να βλέπουν, όποτε αυτοί το επιθυµούν, screenshots από την οθόνη σου, τον ακριβή χρόνο χρήσης µιας εφαρµογής ακόµα και αυτά που πληκτρολογείς, υπενθυµίζοντας ότι η κάµερα δεν είναι ο µόνος τρόπος επιτήρησης. Και ότι, η όποια δυνατότητα «να τη σκαπουλάρεις» από τον χρόνο εργασίας σου οφείλεται στη λιγότερη ή περισσότερη ανοχή που δείχνει κάθε αφεντικό και όχι σε δικές µας επιλογές.
Το νέο ποιοτικό στοιχείο στη σχέση εργασία που εισάγει η τηλεργασία δεν είναι ο έλεγχος των αφεντικών πάνω στον εργαζόµενο (αυτός ούτως ή άλλως προϋπήρχε, απλώς τώρα µας δείχνει το εύρος των δυνατοτήτων του), αλλά η απεµπόληση, από τον εργαζόµενο, της δυνατότητας να βάλει όρια στο εργασιακό προϊόν που παράγει. Η ένταση της παραγωγικότητας στην εποχή µας δεν συνδέεται απαραίτητα µε την αυστηρά µηχανοποιηµένη γραµµή παραγωγής του εργοστασίου, αλλά και µε την αύξηση του χρόνου της διαθεσιµότητάς µας. Εάν µέχρι τώρα είχαµε το µοντέλο της οκτάωρης εργασίας και των υπερωριών (που πληρώνονταν ή τουλάχιστον διεκδικούσες να πληρώνονται και ανάλογα), µέσω της τηλεργασίας ο χρόνος που ζητείται να διαθέσει ένας υπάλληλος επεκτείνεται σε ακόµα µεγαλύτερο εύρος της ηµέρας.
Η από το πρωί µέχρι το βράδυ εργασιακή εγρήγορση, η επιµηκυµένη αναµονή για µια «διευθέτηση» ή µια «δουλειά» που µπορεί να προκύψει οποιαδήποτε στιγµή της ηµέρας. Το αφεντικό, το οποίο έχει αποκτήσει τη δυνατότητα να σε παίρνει τηλέφωνο και να απαιτεί να έχεις τον χρόνο να ασχοληθείς ή πρόσβαση σε υπολογιστή για να συνδεθείς ανά πάσα ώρα. Αυτό που διαµορφώνεται στην πραγµατικότητα είναι µια καθηµερινότητα διαµεσολαβηµένη από την εργασία, µε διαλείµµατα για να ξεγελάµε τους εαυτούς µας ότι έχουµε σχολάσει. Οι εργαζόµενοι και οι εργαζόµενες του τριτογενούς τοµέα παραγωγής, που απασχολούνται σε εταιρείες πληροφοριακών συστηµάτων ή σε εταιρείες παροχής υπηρεσιών, ζουν αυτή την «ψηφιακή επανάσταση» εδώ και πολλά χρόνια. Εάν δεν συγκαταλεγόµαστε σε αυτούς που έχουν µια τέτοια εργασιακή σχέση σίγουρα έχουµε βρεθεί πλάι σε φίλους και φίλες, οι οποίοι την ώρα του ποτού ή του καφέ πρέπει να απαντήσουν στο τηλέφωνο «από το γραφείο» και να διευθετήσουν κάποιο θέµα µέσω του smartphone τους.Η επέκταση του χρόνου εργασίας ενσωµατώνεται από τον εργαζόµενο, χωρίς να χρειάζεται καν κάποιες φορές η απαίτηση ή η διαµεσολάβηση του αφεντικού (για παράδειγµα ένα e-mail που θα στείλεις αργά το βράδυ, ενώ θα µπορούσες ούτως ή άλλως να το στείλεις την εποµένη το πρωί, µέσα στον τυπικό εργάσιµο χρόνο σου).
Μήπως, αφεντικό, να µοιραστούµε και το νοίκι;
Η µαζική (και υποχρεωτική) εφαρµογή της τηλεργασίας, ανά τον κόσµο, φαίνεται πωςεπηρεάζει την αγορά επαγγελµατικών ακινήτων. Οι εταιρείες µειώνουν τα λειτουργικά τους κόστη και ξενοικιάζουν τα γραφεία τους, καθώς πλέον δεν τα χρειάζονται. Νέα τάση είναι η αναζήτηση µικρότερων χώρων και η επιλογή συµβολαίων µίσθωσης µικρότερης διάρκειας, αξιολογώντας κάθε τόσο τα ποιοτικά δεδοµένα της εξ’ αποστάσεως εργασίας και της δυνατότητας επέκτασής της. Μία βρετανική εταιρεία συµβούλων, η Arinite Health & Safety Consultancy, έκανε πρόσφατα µια έρευνα σε 40 ευρωπαϊκές µεγαλουπόλεις µε στόχο να εξετάσει τη σχέση της τηλεργασίας µε τις τιµές των επαγγελµατικών ακινήτων. Το µαθηµατικό µοντέλο για την περίπτωση της Αθήνας λέει ότι εάν το 5% των εργαζοµένων µιας µέσης επιχείρησης 250 ανθρώπων µετακινηθεί σε καθεστώς τηλεργασίας, αυτή θα εξοικονοµήσει 29.264 ευρώ µόνο από το κόστος ενοικίασης [2]. Την ίδια στιγµή που η τηλεργασία ξαλαφρώνει τα αφεντικά µας από πάγια λειτουργικά έξοδα, σε εµάς επιβάλλεται να µετατρέψουµε το σπίτι µας και σε εργασιακό χώρο, ενώ εξακολουθούµε να πληρώνουµε το νοίκι κανονικά από τον µισθό µας. Μήπως, λοιπόν, ήρθε η ώρα να θέσουµε και το θέµα για το λειτουργικό κόστος των σπιτιών µας; Εάν το αφεντικό θέλει να «µοιραζόµαστε» τον ελεύθερο χρόνο µας, πέραν του οκταώρου και να είµαστε διαθέσιµοι και διαθέσιµες, µήπως (πρέπει να) θέλει να µοιραζόµαστε και το νοίκι;
Μαύρη εργασία
Σε στιγµές έντονων αναδιαρθρώσεων πιστεύουµε πως δεν είναι καθόλου σκόπιµο να µηδενίζουµε το κοντέρ και να θεωρούµε πως ο καταµερισµός της εργασίας, σε τούτα δω τα µέρη, αποτελεί παρθενογένεση. Ζούµε λοιπόν στη χώρα, όπου η µαύρη εργασία έχει ενεργό ρόλο στη λειτουργία της καπιταλιστικής µηχανής. Η µαύρη εργασία δεν εξαφανίστηκε λόγω της πανδηµίας απλώς παρέµεινε αόρατη, ενώ οι συνθήκες των ανθρώπων, που προσπαθούν να επιβιώσουν µέσα απ' αυτήν, έγιναν ακόµα πιο οριακές. Αναστολή συµβάσης εργασίας δεν υπήρξε ποτέ γι’ αυτούς που δεν είχαν σύµβαση εργασίας. Και µαζί δεν υπήρξε ποτέ το επίδοµα των 534 ευρώ, ούτε η δυνατότητα της µείωσης του ενοικίου. Αντίθετα, ως είθισται, τα αφεντικά εκµεταλλεύτηκαν και αυτή την κρίση για να επεκτείνουν τις δυνατότητες κερδοφορίας τους. Έτσι πολλοί και πολλές από εµάς και ενώ βρισκόµαστε σε αναστολή εργασίας εξακολουθούµε να δουλεύουµε (ιδίως όσοι τέθηκαν σε καθεστώς τηλεργασίας), είτε παίρνοντας για µισθό το επίδοµα του κράτους, είτε µε το αφεντικό να ισοφαρίζει τη διαφορά του µισθού µας µε το κρατικό επίδοµα. Έτσι, στην πρώτη περίπτωση, το µισθολογικό κόστος για τα αφεντικά εκµηδενίζεται ή µειώνεται ενώ η παραγωγή συνεχίζεται κανονικά. Οι ανασφάλιστοι εργαζόµενοι όχι µόνο παραµένουν αόρατοι όλον αυτό τον καιρό, αλλά παρατηρείται και η µετατόπιση της εργασιακής κανονικότητας από την ανασφάλιστη προς την απλήρωτη εργασία, µέσω της δυνατότητας αναστολής των τρεχουσών συµβάσεων εργασίας και των υπερωριών που δεν καταγράφονται πουθενά.
Η κανονικοποίηση της «έκτακτης συνθήκης»
Στην κανονικοποίηση της συνθήκης των απλήρωτων υπερωριών έρχεται να προστεθεί το σχέδιο νόµου που κατατέθηκε τον Σεπτέµβριο στη Βουλή. Σύµφωνα µε αυτό ο εργαζόµενος που µπαίνει σε προληπτική καραντίνα για 7 ή 14 ηµέρες θα πρέπει µετά να αναπληρώσει τις χαµένες του εργατοώρες, δουλεύοντας 1 ώρα υπερωρία την ηµέρα χωρίς να πληρώνεται για να καλύψει το παραγωγικό κενό που προκλήθηκε.
Η εκ περιτροπής εργασία που προτείνεται, µέχρι να ξεπεραστεί η κρίση, στηρίζεται στο πρόγραµµα απασχόλησης SURE, ύψους 2 δις ευρώ που χρηµατοδοτείται από την Ε.Ε.. Ένα πρόγραµµα «µερικής ανεργίας» θα λέγαµε, το οποίο θεσµοθετεί την εκ περιτροπής εργασία, µε το κράτος να καλύπτει ένα µέρος του µισθολογικού και ασφαλιστικού κόστους.
Και ενώ ο υποκατώτατος µισθός καταργήθηκε, πριν από σχεδόν δύο χρόνια, σήµερα ενεργοποιείται ξανά µε έµµεσο τρόπο µέσα από το πρόγραµµα επιδότησης 100 χιλ. θέσεων εργασίας. Εντός αυτού του εργασιακού πλαισίου προβλέπεται ότι: «ο καθαρός µηνιαίος µισθός του νεοπροσληφθέντα µακροχρόνια ανέργου δεν µπορεί να υπολείπεται του ποσού των 200 ευρώ». Αυτά τα 200 ευρώ, τα οποία ούτως ή άλλως το κράτος εξασφαλίζει µε τη µορφή επιδότησης, αφήνοντας στην διακριτική ευχέρεια των αφεντικών την ανάληψη οποιασδήποτε επιπλέον µισθολογικής πρωτοβουλίας, απέναντι στους εργαζοµένους τους.
Τα νούµερα της µη επιβίωσης
Τα πράγµατα εκεί έξω δεν πάνε καθόλου καλά και µάλλον δεν περιµένατε να πάρετε στα χέρια σας αυτό εδώ το περιοδικό, για να το διαπιστώσετε. Δεν είναι µόνο το ότι οι συνθήκες εργασίας µεταβάλλονται βίαια για τους περισσότερους από όσους εργάζονται, καταλαµβάνοντας όλο και περισσότερο χώρο και χρόνο από την καθηµερινότητά µας. Είναι και τα ακέραια νούµερα της ανεργίας που φουσκώνουν, αλλά παρακάµπτονται στο όνοµα της έκτακτης υγειονοµικής κρίσης που µόνο «έκτακτη» δεν φαίνεται να είναι και µόνο «υγειονοµική» δεν αποδεικνύεται η διαχείρισή της. Με 1,09 εκατοµµύρια ανέργους στη χώρα (χωρίς να συµπεριλαµβάνονται σε αυτούς, όσοι βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής των συµβάσεων εργασίας τους), κάποιες δεκάδες χιλιάδες που δουλεύουν µε κατώτατο µισθό τα 200 ευρώ και κάποιες δεκάδες χιλιάδες που δουλεύουν εκ περιτροπής! Δεν να τα λες και µικρά τα νούµερα. Δεν µπορείς να τους πεις και αόρατους, όλους αυτούς τους ανθρώπους. Μπορείς να τους διαχειριστείς πολιτικά και επικοινωνιακά µέσα από κάτι «ψευτοπρογράµµατα» απασχόλησης και µε υποκατώτατους µισθούς, αλλά αόρατους δεν µπορείς να τους πεις. Η ορατότητά τους είναι το πρόβληµα των αφεντικών. Και αυτή την ορατότητα πρέπει να διεκδικήσουµε, βάζοντας µπροστά τα συµφέροντά µας. Διεκδικώντας τα βασικά για την επιβίωσή µας.